kifisou 60

Glamour

GDE

Brilisoy 46

Trigeta 3

Kifisou 30

Hlia Hliou 82

KONLEOS 132

XOMATIANOY 11

ioaninon 3 KATO

AGN

EscortsClub

AdultClub

Athens Escorts

Iris Solomou 70

Kalirois 36

ioaninon 3 OROFOS

Agyras 12

Agyras 9

Sensuality

Βριλησσού 60 ΟΡΟΦΟΣ

Κασσάνδρας 3

Μπακνανά 47

Βέργας 6 ΚΑΤΩ

Αλκαμένους 113

KALAMATA erotic

STUDIO 4 ΚΑΛΑΜΑΤΑ

STAR Sparti

Hot Studio Lamia

Bolos Xatziargyrh 15

Moyseos 3a BOLOS

Cherry Club Βόλος

Xalkida Erotica

ΚΑΤΕΡΙΝΗ paradise

ATHENSSEXSTUDIOS

Sabrina

Adriana

Nikol

Μαίρη Μασάζ

Princes

Ιστορικές Βιογραφίες

Ξεκίνησε από Vrikolakas, Σεπτεμβρίου 03, 2009, 01:24:05 ΠΜ

0 Μέλη και 1 Επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Vrikolakas

Ηλίας Πετρόπουλος



Ο Ηλίας Πετρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι το 1973. Πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό, πολέμιος των ακαδημαϊκών και του κατεστημένου, ο Πετρόπουλος ήταν ο πρώτος λαογράφος στην Ελλάδα που ασχολήθηκε με το περιθώριο και κατέγραψε πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα από την επίσημη ιστορία της χώρας του. Έζησε από κοντά ρεμπέτες, αλήτες, μάγκες, πόρνες και ομοφυλόφιλους, φυλακισμένους και καταδιωκόμενους, που έγιναν οι 'ήρωες' των βιβλίων του. Ακάματος συγγραφέας και ερευνητής έγραφε μέχρι το 2003 που πέθανε από καρκίνο. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, το πτώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του πετάχτηκαν στον υπόνομο.

Τα βιβλία του έχουν συχνά τη μορφή της μελέτης ή της μονογραφίας ενώ πολλά αποτελούν συλλογές άρθρων παρεμφερούς θεματικής, είτε αδημοσίευτων, είτε δημοσιευμένων σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Ο Ηλίας Πετρόπουλος έγινε γνωστός στο πλατύ κοινό με το βιβλίο του Το εγχειρίδιο του καλού κλέφτη που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1979 από τον εκδοτικό οίκο Νεφέλη ενώ αναμφισβήτητη είναι και η αξία της πρώτης ρεμπετολογικής μελέτης στην Ελλάδα που ακόμα και σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς για τη μελέτη του ρεμπέτικου, τα Ρεμπέτικα τραγούδια (Αθήνα 1968), τα οποία εκδόθηκαν πολλάκις έκτοτε, με αρκετές προσθήκες και βελτιώσεις. Άλλα του έργα είναι τα Καλιαρντά (Αθήνα 1971), Kiosque grec, La Voiture grecque, Cages d'oiseaux, Moments en Grèce (Το ελληνικό περίπτερο, Αυτοκίνητο, Κλουβιά πουλιών και Στιγμές στην Ελλάδα) που εκδόθηκαν στο Παρίσι το 1976 καθώς και Ο τούρκικος καφές εν Ελλάδι (Αθήνα 1979), Το μπουρδέλο (Αθήνα 1980), Θεσσαλονίκη: η μνήμη μιας πόλης (Παρίσι 1982), Πτώματα, πτώματα, πτώματα (Αθήνα 1988), Ο μύσταξ (Αθήνα 1989), Ρεμπετολογία (Αθήνα 1990) και το τελευταίο βιβλίο εμπνευσμένο από τη μόδα του στρίνγκ, πιστό στο στυλ Πετρόπουλου, Ο κουραδοκόφτης.

Ανάμεσα στα έργα του, είναι ακόμα το πασίγνωστο Το άγιο χασισάκι, Υπόκοσμος και Καραγκιόζης, Ιστορία της Καπότας, Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες, καθώς και το τελευταίο του που κυκλοφόρησε το 2003, οι Παροιμίες του υπόκοσμου. Ο Ηλίας Πετρόπουλος έγραψε μονογραφίες για τους ζωγράφους Μοσχίδη, Πεντζίκη, Τέτση, Σικελιώτη και τους γελοιογράφους Μποστ και Καναβάκη. Το 1966 εξέδωσε το βιβλίο του Ελύτης, Μόραλης, Τσαρούχης.

Τα τρία ποιητικά έργα του Πετρόπουλου ακολουθούν την ίδια οπτική που διαφαίνεται σε όλο του το έργο. Έτσι, στην σκληρή και ασυνήθιστή του ποίηση, συναντάμε τον ίδιο ανατρεπτικό χαρακτήρα - πλην όμως εδώ μας παρουσιάζεται ο όχι χωρίς τρυφερές στιγμές συναισθηματικός του κόσμος. Το τελευταίο βιβλίο ήταν το Ποτέ και τίποτα και εκδόθηκε στην Αθήνα το 1993. Το 2000 κυκλοφόρησαν ποιήματα από αυτή τη συλλογή, μελοποιημένα από την Μαρίνα Καναβάκη, σε άλμπουμ με τον ομώνυμο τίτλο.

Ο Πετρόπουλος λογοκρίθηκε και καταδικάστηκε τέσσερις φορές από τα ελληνικά δικαστήρια για τον αναρχικό χαρακτήρα των γραπτών του. Για το βιβλίο του Τα ρεμπέτικα τραγούδια, που δεν έφερε σφραγίδα λογοκρισίας, η χούντα τον καταδίκασε σε πεντάμηνη φυλάκιση το 1968, όπως και για τα Καλιαρντά το 1972 και για το κείμενό του Σώμα, που δημοσίευσε στο περιοδικό Τραμ. Το 1972 διεκδίκησε και πέτυχε να αποκτήσει αστυνομική ταυτότητα η οποία ανέγραφε στο θρήσκευμα «άθεος». Μέχρι το 1998 —δηλαδή για πάνω από 25 χρόνια και μέχρι τα 70 του— εκκρεμούσε εναντίον του καταδίκη σε φυλάκιση για προσβολή της θρησκείας[1]. Κουρασμένος από το κυνηγητό και απογοητευμένος, μετακόμισε στο Παρίσι το 1975, από όπου συνέχισε ασταμάτητα να γράφει βιβλία για την Ελλάδα.

Επίμονος ερευνητής των λαϊκών φραστικών επινοήσεων αλλά και πιστός στην πολυτονική γραφή, συστηνόταν ως λαογράφος και έψεγε με το ύφος του τον καθωσπρεπισμό του «πολιτικά ορθού». Το έργο του αναδίδει μια αίσθηση καθολικού ανθρώπου. Δεν θα ήταν υπερβολή να τον χαρακτηρίσουμε ιστορικό, λαογράφο, γλωσσολόγο, εικαστικό καλλιτέχνη (έχει εικονογραφήσει αρκετά βιβλία του με σκίτσα και κολλάζ), φωτογράφο - εν τέλει έναν ελεύθερο στοχαστή-ερευνητή που το έργο του αξίζει ευρύτερης αποδοχής. Τα περίπου 80 βιβλία του αποτελούν καταθέσεις έρευνας και μελέτης του λαϊκού μας πολιτισμού, ενώ πολλές φορές εξερευνεί θέματα ταμπού ή περιθωριακά (χασίς, ρεμπέτικο, υπόκοσμος, πορνεία, σεξουαλικότητα, φυλακή).

Στα 40 χρόνια της συγγραφικής του δραστηριότητας, ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο οποίος πέθανε στις 3 Σεπτεμβρίου 2003 στο Παρίσι, δημοσίευσε 80 βιβλία και πάνω από χίλια άρθρα. Kατά τον θάνατό του, ζήτησε να αποτεφρωθεί και οι στάχτες του να πεταχτούν στον υπόνομο. Με βασικό άξονα ό,τι ο ίδιος αποκάλεσε «λαογραφία του άστεως», το έργο του καταγράφει δομές, θεσμούς, τρόπους έκφρασης και αντικείμενα της ελληνικής λαϊκής κουλτούρας. Το ανέκδοτο έργο του είναι τεράστιο, μέρος του οποίου είναι λεξικογραφικό. Το «Υπο–Λεξικό», το «Λεξικό του πολιτικού λόγου», το «Ονοματολεξικό» και τα «Φλοράδικα» περιμένουν τη μεταθανάτια επιμέλεια και δημοσίευσή τους.

Το 2005 κυκλοφόρησε το ντοκυμαντέρ "Ηλίας Πετρόπουλος - Ένας κόσμος υπόγειος", διάρκειας 61', σκηνοθεσίας Καλλίοπης Λεγάκη, στο οποίο συντελεστές ήταν και ο ίδιος ο Πετρόπουλος λίγο πριν το θάνατό του.

Το 2006 κυκλοφόρησε το βιβλίο "Ελλάδος Κοιμητήρια", ενώ το 2009 δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία μια συνέντευξη του συγγραφέα όπου σχολιάζει μεταξύ άλλων τον ελληνικό εθνικισμό

Εργογραφία

    * Μικρά κείμενα 1949-1979
    * Ρεμπέτικα τραγούδια (1979)
    * Της φυλακής (1980)
    * Θεσσαλονίκη: Η πυρκαγιά του '17 (1980)
    * Ρεμπετολογία (1990)
    * Τα μικρά ρεμπέτικα (1990)
    * Πτώματα, πτώματα, πτώματα... (1990)
    * Ο τούρκικος καφές εν Ελλάδι (1990)
    * Ο μύσταξ (1990)
    * Εγχειρίδιον του καλού κλέφτη (1990)
    * Το άγιο χασισάκι (1991)
    * Ψειρολογία (1991)
    * Το μπουρδέλο (1991)
    * Topor – τέσσερις εποχές (1991)
    * Η μυθολογία του Βερολίνου (1991)
    * Ποιήματα 1968-1974 & 1982-1991 (1993)
    * Ποτέ και τίποτα (1993)
    * Η εθνική φασουλάδα και η ομελέτα (1993)
    * Η φουστανέλα (1993)
    * Καλιαρντά (1993)
    * Τα σίδερα – Η λάσπη – Τα μπαστούνια (1994)
    * Το ταντούρι και το μαγκάλι (1994)
    * Κυρίως αυτό (κολάζ) (1994)
    * Η ονοματοθεσία οδών και πλατειών (1995)
    * Καρέκλες και σκαμνιά (1995)
    * Υπόκοσμος και καραγκιόζης (1996)
    * Το παράθυρο στην Ελλάδα (άλμπουμ) (1996)
    * Άρθρα στην Ελευθεροτυπία (1996)
    * Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1998)
    * Τέσσερις ζωγράφοι (1999)
    * Η ιστορία της καπότας (1999)
    * Περίπτερα, αυτοκίνητα, κλουβιά
    * Η τραγιάσκα (2000)
    * Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες (2001)
    * Παροιμίες του υποκόσμου (2002)
    * Ο Κουραδοκόφτης (2002)
    * Αρετίνου, ακόλαστα σονέτα
    * Ιωάννου Αποκάλυψις
    * Τσόκλης Παλιά Σαλονίκη
    * Ελληνικές σιδεριές
    * Ελύτης Μόραλης Τσαρούχης
    * Δώδεκα τραγουδάκια από την Παλατινή Ανθολογία
    * Επιστολαί προς μνηστήν (με τον Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλο)
    * Ελλάδος Κοιμητήρια (2006)

Biker

#1
Πάνο , γιά πολλοστή φορά  !@#h

Με πρόλαβες και το χαίρομαι ιδιαίτερα ! Ιστορική ημερομηνία η Τρίτη του Σεπτέμβρη !




 . . . και μην διαβάσω καμμιά μαλακία γιά την ίδρυση του κόμματος ( ουπς , sorry , που θά'λεγε κι'ό Yorgakis , κινήματος ήθελα να γράψω  $#ug  ) του
Κουλουμπή ... το νήμα και η πραγματεία του είναι σοβαρά !

Μπράβο και πάλι , Πάνο ! ! !


Το διαδίκτυο βλάπτει σοβαρά όταν δεν σκέφτεσαι .

Vrikolakas

#2
Παράθεση από: "Biker"Πάνο , γιά πολλοστή φορά  !@#h

Με πρόλαβες και το χαίρομαι ιδιαίτερα ! Ιστορική ημερομηνία η Τρίτη του Σεπτέμβρη !




 . . . και μην διαβάσω καμμιά μαλακία γιά την ίδρυση του κόμματος ( ουπς , sorry , που θά'λεγε κι'ό Yorgakis , κινήματος ήθελα να γράψω  $#ug  ) του
Κουλουμπή ... το νήμα και η πραγματεία του είναι σοβαρά !

Μπράβο και πάλι , Πάνο ! ! !
Τα  !@#h  !@#h  !@#h  !@#h  κύριε Biker!!!

Ίσως ο Πετρόπουλος είναι ο μοναδικός λαογράφος που ασχολήθηκε και κατέγραψε το περιθώριο με τόσο πάθος.

Vrikolakas

#3
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος




O Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος ( Κωνσταντινούπολη 1815 – 14 Απριλίου 1891 Αθήνα) ήταν ιστορικός που χαρακτηρίζεται από τους σύγχρονους ιστορικούς ως ο «πατέρας» της ελληνικής ιστοριογραφίας. Είναι ο θεμελιωτής της αντίληψης της ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας από την αρχαιότητα έως σήμερα, αφού καθιέρωσε στην διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών την τριμερή διαίρεση της ελληνικής ιστορίας (αρχαία, μεσαιωνική και νέα) και επιδίωξε να αναιρέσει τις κυρίαρχες εκείνη την εποχή απόψεις ότι η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν περίοδος παρακμής και εκφυλισμού που δεν αναγνωριζόταν ως τμήμα της ελληνικής ιστορίας. Πιστεύεται ότι έθεσε τις βάσεις για τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας της νεοελληνικής κοινωνίας.
Νεανικά χρόνια

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γεννήθηκε το 1815 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του Δημήτριου Παπαρρηγόπουλου, τραπεζίτη απο τη Βυτίνα και προκρίτου της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης. Με την έκρηξη της επανάστασης του 1821 οι Τούρκοι θανάτωσαν τον πατέρα του, τον αδερφό του Μιχαήλ και άλλα μέλη της οικογένειάς του (τον θείο του, Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο και τον γαμπρό του πατέρα του, Δημήτριο Σκαναβή), ενώ δήμευσαν και ολόκληρη την περιουσία του. Ύστερα από αυτά τα τραγικά γεγονότα η μητέρα του, Ταρσία Νικοκλή, κατέφυγε στην Οδησσό μαζί με τα οκτώ παιδιά της.[2] Εκεί ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος σπούδασε ως υπότροφος του Τσάρου στο γαλλικό Λύκειο «Ρισελιέ» μέχρι το 1830, οπότε η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Ναύπλιο. Ο ίδιος παρακολουθούσε μαθήματα στην κεντρική σχολή της Αίγινας με δάσκαλο τον Γεώργιο Γεννάδιο αλλά τελικά δεν κατάφερε να αποφοιτήσει. Παρόλο που γνώριζε πολλές ξένες γλώσσες (γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά) και μελετούσε πολύ, δεν ολοκλήρωσε ποτέ καμία βαθμίδα εκπαίδευσης, γεγονός που έγινε αιτία για επικρίσεις που δέχτηκε όταν προσπαθούσε να διοριστεί στο Πανεπιστήμιο.
Επαγγελματική σταδιοδρομία και λοιπά στοιχεία

Το 1833 διορίστηκε υπάλληλος στο υπουργείο Δικαιοσύνης, φτάνοντας στο βαθμό του διευθυντή. Το 1845 απολύθηκε από το υπουργείο σύμφωνα με το ψήφισμα της Α' Εθνικής Συνελεύσεως σχετικά με τους ετερόχθονες. Το ίδιο έτος διορίστηκε καθηγητής ιστορίας στο Γυμνάσιο των Αθηνών, ύστερα από την δυσμενή μετάθεση του Γ. Γ. Παππαδόπουλου, με τον οποίον είχε στο παρελθόν δημόσιες διαφωνίες για ιστορικά θέματα. Το 1848 απορρίφθηκε η αίτησή του για να προσληφθεί ως υφηγητής της Αρχαίας ιστορίας στο πανεπιστήμιο λόγω έλλειψης πανεπιστημιακού πτυχίου. Τελικά το 1851 και αφού πρώτα το πανεπιστήμιο του Μονάχου τον ανακήρυξε διδάκτορα in absentia έγινε καθηγητής της ιστορίας στη Φιλοσοφική σχολή, στη θέση του Κωνσταντίνου Σχινά, όπου θα δίδασκε «την από των αρχαιοτέρων μέχρι των σημερινών χρόνων τύχην του ελληνικού έθνους». Το 1870 και 1871 διεκδίκησε την πρυτανεία χωρίς επιτυχία, τελικά όμως το 1872 κατάφερε να εκλεγεί πρύτανης. Το 1875 ορίστηκε επίτιμος καθηγητής του πανεπιστημίου της Οδησσού, ενώ το 1881 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας της Σερβίας. Μέχρι το 1864 συμμετείχε κάθε χρόνο στην κριτική επιτροπή των Ποιητικούς Διαγωνισμούς του Πανεπιστημίου Αθηνών και τις χρονιές 1858 και 1859 συνέταξε και την εισηγητική έκθεση της επιτροπής. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του εξελέγη επίτιμος πρόεδρος του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός».

Το 1841 νυμφεύθηκε την Μαρία Αφθονίδη, κόρη του Γεωργίου Αφθονίδη, αξιωματούχου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μαζί της απέκτησε τρία παιδιά: τον Δημήτριο (1843), ποιητή και θεατρικό συγγραφέα, την Αγλαΐα (1849) και την Ελένη (1854). Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος είχε την ατυχία να βιώσει τον θάνατο του γιού του, Δημήτριου (1873), καθώς και τον θάνατο της κόρης του, Ελένης (1890) και της γυναίκας του (1891). Απεβίωσε το 1891 στην Αθήνα.
Επιστημονικό έργο

Το 1843 πρωτοεμφανίστηκε με μια διατριβή «Περὶ τῆς ἐποικήσεως σλαβικῶν τινῶν φυλῶν εἰς τὴν Πελοπόννησον» ενώ δύο χρόνια νωρίτερα είχε μεταφράσει το έργο Le Centaure του M. De Guerin που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ευρωπαϊκός Ερανιστής». Το 1844 δημοσιεύει μια πραγματεία σχετικά με την άλωση της Κορίνθου απο τους Ρωμαίους, «Το τελευταίον έτος της ελληνικής ελευθερίας» ενώ το 1849 δημοσίευσε το «Εγχειρίδιον Γενικής Ιστορίας». Το 1853 εξέδωσε την πρώτη, σύντομη, μορφή του έργου του «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους απο των αρχαιοτάτων χρόνων μεχρι των νεοτέρων». Το 1860 ξεκίνησε η έκδοση της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους»,[3] έργου που τον καθιέρωσε στον επιστημονικό χώρο. Το συγκεκριμένο έργο ήταν χωρισμένο σε 3 τόμους των 15 βιβλίων και η έκδοσή του τέλειωσε το 1876. Μαθητής του ήταν και ο ιστορικός, και μετέπειτα πρωθυπουργός, Σπυρίδων Λάμπρος.
Απόψεις

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος συνέδεσε ιστορικά την αρχαιότητα με τη νεότερη Ελλάδα μέσω του Βυζαντίου. Τις ίδιες απόψεις είχε υποστηρίξει νωρίτερα ο ιστορικός Σπυρίδων Ζαμπέλιος, στην Εισαγωγή του στον τόμο της έκδοσης των δημοτικών τραγουδιών, το 1852, ο Βρετανος George Finlay to 1851 στο "History of Greece, from its Conquest by the Crusaders to its Conquest by the Turks" και ο Γερμανός Τσινκάιτσεν. Σύμφωνα με τον Παπαρρηγόπουλο ο ελληνισμός δεν έσβησε ολοκληρωτικά με την ήττα των Ελλήνων από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ. αλλά συνέχισε να υπάρχει και μάλιστα κατόρθωσε να αναγεννηθεί με τη σύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία δεν ήταν εκφυλισμένο υπόλειμμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους αλλα αποτελούσε την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Ως εναρκτήριο σημείο του Νέου Ελληνισμού προσδιόρισε το 1204, δηλαδή την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους. Διαφώνησε με τον ιστορικό Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ, ο οποίος στο έργο του Ιστορία της χερσονήσου του Μωρέως κατα τον μεσαίωνα (1830 και 1836) υποστήριζε ότι ο ελληνικός πληθυσμός είχε εξαφανιστεί τον 6ο μ.Χ., ύστερα απο την κάθοδο σλαβικών φύλων, επομένως οι νεότεροι Έλληνες δεν είχαν καμία φυλετική συγγένεια με τους αρχαίους.

Επίσης ο Παπαρρηγόπουλος ήταν ο πρώτος που μελέτησε αναλυτικά την περίοδο βασιλείας των Ισαύρων, καθώς και ο πρώτος που αναγνώρισε θετικά στοιχεία στις μεταρρυθμίσεις τους. Κατέκρινε πολλά ιστορικά πρόσωπα για την φιλοτουρκική τους στάση όπως τον Ιωάννη Στ' Καντακουζηνό ενώ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα ως τον «Έλληνα σοσιαλιστή της ιε' εκατονταετηρίδος». Ο κύριος λόγος για τον οποίο απέδιδε μεγάλη σημασία στην Βυζαντινή αυτοκρατορία, ήταν το γεγονός ότι πίστευε πως αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του αρχαίου και του νέου ελληνισμού, καθώς η απόδειξη της ενότητας του ελληνικού έθνους ήταν βασική επιδίωση του Παπαρρηγόπουλου. Πρέπει να σημειωθεί ότι για τον Παπαρρηγόπουλο "(...)Ἑλληνικόν ἔθνος ὀνομάζονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅσοι ὁμιλοῦσι τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσαν, ὡς ίδίαν αὐτῶν γλώσσαν."[4] Ένας επιπλέον λόγος για τον οποίον ο Παπαρρηγόπουλος θεωρούσε σημαντικό το Βυζάντιο ήταν και η επίτευξη της πολιτικής ενότητας των Ελλήνων, που απουσίαζε από την αρχαία Ελλάδα. Στις απόψεις του Παπαρρηγόπουλου για την εθνική ενότητα αναγνωρίζεται η επίδραση της Μεγάλης Ιδέας, αλλά και της διδασκαλίας του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κ. Σχινά, με τον οποίο ο Παπαρρηγόπουλος είχε στενή σχέση.
Επικριτές

Όταν ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος δημοσιοποίησε την πρώτη μορφή της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, το 1853, στους περισσότερους λόγιους επικρατούσε η άποψη ότι η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν ένα εκφυλισμένο κράτος, στο οποίο κυριαρχούσε η θρησκοληψία και η δεισιδαιμονία.[5] Μια άλλη μερίδα ιστορικών, με κύριο εκπρόσωπο τον Κ. Τσοποτό, θεωρούσαν ότι οι ελληνικές κοινότητες ήταν προϊόν του οθωμανικού φορολογικού συστήματος και ότι δεν υπήρχε κανένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις κοινότητες του Βυζαντίου και της Νεότερης Ελλάδας. Ο Παπαρρηγόπουλος αντέκρουσε αυτές τις απόψεις με επιχειρήματα, εξετάζοντας κυρίως τον λαϊκό πολιτισμό, δηλαδή τα έθιμα, τη γλώσσα κ.α.

Μεγάλη μερίδα λογίων της εποχής κατέκρινε την προσπάθεια του Παπαρρηγόπουλου να «ενσφηνώσει» το Βυζάντιο, το οποίο θεωρούσαν θρησκόληπτο, ανάμεσα στην αρχαία και νεότερη Ελλάδα. Για παράδειγμα ο Στέφανος Κουμανούδης το 1853, λίγους μήνες μετά την έκδοση της μονότομης Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, σε δημοσίευμά του στράφηκε εναντίον όσων εξέφρασαν απόψεις για την σημασία του Βυζαντίου, αναφερόμενος στον Παπαρρηγόπουλο, τον Ζαμπέλιο και τον Σκαρλάτο Βυζάντιο.[6] Ο Κουμανούδης μάλιστα χρησιμοποιούσε τον όρο «Ζαμπελιοπαπαρρηγοπούλειος σχολή» όταν αναφερόταν επικριτικά στις απόψεις του. Το 1856 ο Δημήτριος Μαυροφρύδης, σε άρθρο του στην εφημερίδα Αθηνά έγραφε: «η περί ενότητος των Ελλήνων μονομανία του [Παπαρρηγόπουλου] έφθασεν εις το μη περαιτέρω» και χαρακτήριζε τις ιδέες του «φαντασιοκοπήματα».[7] Συχνά είχε επιστημονικές διαφωνίες και με τον Κωνσταντίνο Σάθα. Κατηγορήθηκε από πολλούς ως σλαβόφιλος[8] ενώ εναντίον του εκφράστηκαν και προσωπικές επιθέσεις με αφορμή μη επιστημονικά ζητήματα, όπως ότι επιβουλευόταν την πανεπιστημιακή περιουσία (σε ανώνυμο φυλλάδιο του 1871, που αποκαλύφθηκε ότι ήταν κείμενο του Γεωργίου Μιστριώτη, με αφορμή την υποψηφιότητά του για την πρυτανεία),[9] ότι εξασφάλιζε κρατική χρηματοδότηση για να εκφράζει φιλοκυβερνητική πολιτική στην εφημερίδα Ο Έλλην και ότι είχε πολιτικές βλέψεις.

Δημοσιογραφική καριέρα
Ξεκίνησε να ασχολείται με τη δημοσιογραφία το 1833, αρθρογραφώντας στην εφημερίδα «Τριπτόλεμος» του Ναυπλίου. Στα επόμενα χρόνια ο Παπαρρηγόπουλος θα γίνει εκδότης, για μικρό χρονικό διάστημα, σε δύο εφημερίδες, τις «Εθνική» (1847), εφημερίδα φιλική προς τον Ιωάννη Κωλέττη και «Ελλην» (1858-1860), δικιά του εφημερίδα με πολιτικό και φιλολογικό περιεχόμενο, η οποία υποστήριζε την πολιτική του Όθωνα. Εκεί δημοσίευσε και την μελέτη του σχετικά με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Ήταν συνιδρυτής και από το 1853 διευθυντής της γαλλόφωνης εφημερίδας «Spectateur de l'Orient», που ενημέρωνε τους ξένους για τα ελληνικά ζητήματα. Από το 1856 εως το 1858 ο Παπαρρηγόπουλος ήταν ανταποκριτής στην Αθήνα της ελληνικής εφημερίδας της Τεργέστης «Ημέρα» του Ιωάννη Σκυλίτση.

Η σοβαρότερη παρουσία του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου στο δημοσιογραφικό στίβο είναι η συνεργασία του με το φιλολογικό περιοδικό Πανδώρα, το οποίο θεωρείται ως το σπουδαιότερο ελληνικό φύλλο του ΙΘ' αιώνα. Συνιδρυτές και εκδότες του περιοδικού ήταν οι Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής και Νικόλαος Δραγούμης. Στο περιοδικό ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος ασχολιόταν κυρίως με ιστοριογραφικά θέματα και με βιβλιοκριτικές. Επίσης παρουσίαζε πολλές φορές διάφορες μελέτες του, με θέμα την ιστορία. Τα κείμενα του στην Πανδώρα υπολογίζονται ότι είναι περίπου 50, αλλά είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός τους, αφού άφηνε πολλά ανυπόγραφα. Η ουσιαστική του συνεργασία με το περιοδικό τέλειωσε το 1861, όταν και σταμάτησε να γράφει κείμενα. Παρόλα αυτά περιστασιακά[11] έγραφε στο περιοδικό ενώ συμμετείχε ενεργά, με δικές του δημοσιεύσεις, στην έκδοση των Αθηναϊκών περιοδικών: «Παρνασσός», «Εστία» κ.α

Vrikolakas

#4
Χαρίλαος Τρικούπης



O Χαρίλαος Τρικούπης (11 Ιουλίου 1832- 30 Μαρτίου 1896) ήταν Έλληνας διπλωμάτης, πολιτικός και Πρωθυπουργός. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και καταγόταν απο την ιστορική οικογένεια Τρικούπη του Μεσολογγίου και την οικογένεια Καρατζά της Κωνσταντινούπολης. Ήταν γιός του Σπυρίδωνα Τρικούπη και της Αικατερίνης το γένος Μαυροκορδάτου[1]. Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Με το τέλος των σπουδών του χρημάτισε ιδιαίτερος γραμματέας του πατέρα του, πρέσβη στο Λονδίνο, και ακολούθως το 1856 διορίσθηκε επίσημος γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, ακολουθώντας το διπλωματικό σώμα. Το 1862 εκλέχτηκε πληρεξούσιος της Β΄ Εθνικής Συνέλευσης της Ελληνικής παροικίας του Λονδίνου και αποσυρθέντος του πατέρα του ανέλαβε ως επιτετραμμένος της πρεσβείας. Αν και η διπλωματική σταδιοδρομία του υπήρξε βραχεία, εν τούτοις διακρίθηκε για την απαράμιλλη δεξιοτεχνία του, το 1863, κατά τις διαπραγματεύσεις με την αγγλική κυβέρνηση, ως πληρεξούσιος της Ελληνικής κυβέρνησης, στη σχετική συνθήκη της παραχώρησης των Ιονίων νήσων στην Ελλάδα.

Απεβίωσε σε ηλικία 64 ετών στις Κάννες και ενταφιάστηκε στην Αθήνα.

Πολιτική σταδιοδρομία

Το 1864 παραιτήθηκε απο την διπλωματική υπηρεσία για να συμμετάσχει στις εκλογές. Το 1865 εκλέχτηκε βουλευτής Μεσολογγίου και το 1866 ανέλαβε την θέση του υπουργού Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Αλλά στους επόμενους μήνες ήρθε σε διάσταση απόψεων με τον Βασιλιά Γεώργιο Α΄ και απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση. Για 4 χρόνια πολιτεύτηκε (1868-1872) ανεξάρτητα απο τα κόμματα που υπήρχαν.

Το 1872 ίδρυσε το «Πέμπτο κόμμα», στο οποίο συγκεντρώθηκαν οι πιο φιλελεύθερες και προοδευτικές προσωπικότητες της εποχής. Το 1874 μέσα σε κλίμα αυθαιρεσίας έγραψε στην εφημερίδα Καιροί το άρθρο «Τις πταίει», στο οποίο ουσιαστικά κατηγορεί τον Βασιλιά, γι' αυτό και φυλακίστηκε. Τον 1875 πήρε εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση απο την οποία ομως παραιτήθηκε αφού έχασε στις εκλογές απο τον Κουμουνδούρο. Το 1877 ανέλαβε το Υπουργείο Εξωτερικών στην οικουμενική κυβέρνηση Κανάρη. Κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 1880 αλλά τον Οκτώβριο του ίδιου έτους παραιτήθηκε. Επανήλθε το Μάρτιο του 1882 στην πρωθυπουργία. Το 1887 κέρδισε τις εκλογές, αλλά έχασε εκείνες του 1890. Η τελευταία περίοδος της πρωθυπουργίας του (1893-1895) έληξε άδοξα, αφού αναγκάστηκε να αναφωνήσει απο το βήμα της Βουλής την περίφημη φράση «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν», αναφερόμενος στην πτώχευση που κήρυξε η χώρα και η οποία επέφερε την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Στις εκλογές του 1895 απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής με αποτέλεσμα να αυτοεξοριστεί στις Κάννες της Γαλλίας. Το 1896, λίγο πριν πεθάνει, τέθηκε χωρίς την θέλησή του υποψήφιος στις αναπληρωματικές εκλογές στην επαρχία Βάλτου και εκλέχτηκε πανηγυρικά.

Έργο

Το 1867 ως υπουργός Εξωτερικών υπέγραψε σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας με τον ηγεμόνα Μιχαήλ της Σερβίας.

Τον Μάρτιο του 1880 με πρότασή του καταργήθηκε ο φόρος της δεκάτης στα δημητριακά προϊόντα και αντικαταστάθηκε με τον φόρο επί των αροτριώντων κτηνών. Επίσης μείωσε την στρατιωτική θητεία σε ένα έτος αντί τριών που ήταν μέχρι τότε.

Με την κυβέρνηση που συγκρότησε τον Μάρτιο του 1882 αναδιοργάνωσε την αστυνομία, την αγροφυλακή και την Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Θέσπισε νόμους για προσόντα, μονιμότητα και προαγωγή δημοσίων υπαλλήλων. Αποφάσισε την αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδας και την δημιουργία σιδηροδρομικού δικτύου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 1882 υπήρχαν σε λειτουργία μόνο 9 περίπου χιλιόμετρα σιδηροδρομικής γραμμής που συνέδεαν την Αθήνα (Θησείο) με το επίνειό της, τον Πειραιά, το 1893 λειτουργούσαν 914 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών και άλλα 490 ήταν υπό κατασκευή. Για την χρηματοδότηση των έργων πήρε δυο μεγάλα δάνεια και επέβαλε φορολογία στον καπνό και στο κρασί. Η διάνοιξη της Διώρυγας της Κορίνθου επετεύχθη χάρη στον Τρικούπη, ο οποίος και την εγκαινίασε το 1893. Επίσης έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξη της παιδείας.

Στην επόμενη διακυβέρνησή του (1886-1890) μείωσε τον αριθμό των βουλευτών από 240 σε 150 (το κατώτατο όριο που προέβλεπε τότε το Σύνταγμα) και επίσης ενίσχυσε το Βασιλικό Ναυτικό με παραγγελία τριών μεγάλων πλοίων, των θωρηκτών Ύδρα, Σπέτσαι και Ψαρά, για την χρηματοδότηση των οποίων αναγκάστηκε να πάρει και άλλο ένα δάνειο. Επέβαλε και φόρο επί των οικοδομών.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης επιδίωξε έναν ιδιαίτερα αισιόδοξο εκσυχρονισμό, ο οποίος παρουσίασε πάντως προβλήματα καθώς οι αλλαγές δεν βρήκαν πρόσφορο έδαφος λόγω της προβληματικής ελληνικής οικονομίας και του συντηρητικού πνεύματος της εποχής. Χαρακτηριστικός πολιτικάντης αντίπαλος στην εποχή του ήταν ο Τσελεπίτσαρης που διοργάνωνε πορείες με εναντίον του Τρικούπη συνθήματα.

Χαρακτηριστικό της προοδευτικότητάς του είναι το παράτολμο, για την εποχή του, όραμά του για την ζεύξη του στενού Ρίου-Αντιρρίου, ιδέα που υλοποιήθηκε πάνω από έναν αιώνα αργότερα, το 2004, με την κατασκευή της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, στην οποία δόθηκε το όνομά του στις 25 Μαΐου 2007.

Vrikolakas

#5
Πλήθων Γεώργιος Γεμιστός




Ο Πλήθων Γεώργιος Γεμιστός ήταν Έλληνας φιλόσοφος και πολιτικός άνδρας (1355 - 1452). Γεννήθηκε στη Σπάρτη και αργότερα, όταν οι ιδέες του άρχισαν να γίνονται στόχος κάποιων σκληροπηρυνικών του Οικουμενικού Πατριαρχείου (που εξόντωσαν τον μαθητή του Ιουβενάλιο), εγκαταστάθηκε με την ανοχή του φίλου του, αυτοκράτορος Μανουήλ του Β' Παλαιολόγου στο Δεσποτάτο του Μυστρά.
Ζωή
Σχετικά με τα νεανικά του χρόνια δεν υπάρχουν πολλά ακριβή στοιχεία. Τα μεγαλύτερο μέρος του τμήματος αυτού της ζωής του πέρασε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ για κάποιο διάστημα διέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και μάλιστα στην Αδριανούπολη ή την Προύσα, όπου μαθήτευσε κοντά στον κατά τα άλλα άγνωστο Εβραίο οπαδό του Αβερρόη, και του Αβικένα, Ελισσαίο. Είναι πολύ πιθανό ότι πίσω από το όνομα Ελισσαίος κρύβεται το όνομα κάποιου Πέρση δερβίση ενδεχομένως μευλεβίτη ο οποίος του έκανε γνωστά, εκτός από τους περσοάραβες σχολιαστές του Αριστοτέλη, τα αιρετικά δόγματα του Σοχραβαρδή και του Ρουμή καθώς και άλλων Περσών. Το 1400 εγκαταστάθηκε στον Μυστρά, την πρωτεύουσα του Δεσποτάτου του Μορέως, όπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή. Μεταξύ των μαθητών του συγκαταλέγονται οι Βησσαρίων, Γεννάδιος Σχολάριος, Ιωάννης Αργυρόπουλος, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, Γεώργιος Ερμητιανός και πολλοί άλλοι. Οι δεσπότες του Δεσποτάτου Θεόδωρος Α΄ (1383-1407), Θεόδωρος Β΄ (1407-1443) και Κωνσταντίνος (1428/1443-1449, ο κατοπινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ') συχνά ζητούσαν την γνώμη του για διάφορα θέματα. Επίσης ο Πλήθων ήταν σύμβουλος και των τελευταίων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. Είχε επίσης μακρά σταδιοδρομία ως δικαστής.

Το 1437-39 συνόδευσε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' στη Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας. Επίσης μέλος της αποστολής ήταν και ο μαθητής του Πλήθωνα, ο ανθρωπιστής λόγιος και κατοπινός καρδινάλιος Βησσαρίων. Στη διάρκεια της παραμονής του στη Φλωρεντία η προσωπικότητα, η μόρφωση και η ευγλωττία του Πλήθωνα εντυπωσίασε ιδιαιτέρως τους Ιταλούς ανθρωπιστές και μεταξύ αυτών τον ηγεμόνα της Φλωρεντίας Κόζιμο των Μεδίκων.

Ο Πλήθων πέθανε υπέργηρος από φυσικά αίτια στην Λακεδαίμονα το 1452 και λόγω της καθόδου των Οθωμανών που ακολούθησε μετά από λίγα χρόνια, οι περισσότεροι μαθητές του, ανάμεσα στους οποίους και ο μετέπειτα καρδινάλιος Βησσαρίων, έφυγαν στην Ιταλία όπου συνέβαλαν σημαντικά στην λεγόμενη Αναγέννηση. Το 1466 Ιταλοί θαυμαστές του με επικεφαλής τον Σιγισμούνδο Μαλατέστα εισέβαλαν στην Λακεδαίμονα, πήραν τα οστά του και τα μετέφεραν στο Ναό των Μαλατέστα (Tempio Malatestiano) στο Ρίμινι όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα, «για να βρίσκεται ο μεγάλος διδάσκαλος μεταξύ ελευθέρων ανθρώπων».

Προς τιμήν του, ο αείμνηστος Ακαδημαϊκός Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος έδωσε στην Ελεύθερη Φιλοσοφική Σχολή του, που είχε ιδρύσει στη Μαγούλα Λακωνίας, το όνομα "Ο Πλήθων".

Έργο

Ένθερμος υπερασπιστής της φυσικής και πολιτισμικής συνέχειας του Ελληνισμού («εσμέν Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί»), βαθύς γνώστης του Πλατωνισμού, συνέθεσε πολλούς ύμνους προς τους Έλληνες Θεούς, συγκρότησε τον φιλοσοφικο-λατρευτικό «Κύκλο» του Μυστρά, και συνέγραψε τα «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται» και «Περί Νόμων». Επί του τελευταίου έργου άνοιξε σπουδαία συζήτηση με τον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο, ο οποίος υποστήριξε αριστοτελικές απόψεις. Ο Πλήθων αντίθετα συνέρραψε πλατωνικές απόψεις μαζί με άλλες των Στωικών, του Ζωροάστρη και δικές του, καταλήγοντας σε μια πολιτική και κοινωνική αναδιοργάνωση, από την οποία θα προέκυπτε μια Πολιτεία βασισμένη σε μεταρρυθμισμένη εκδοχή του αρχαιοελληνικού πολυθεϊσμού, και στην οποία Πολιτεία οι άνθρωποι «κάλλιστα τε και άριστα βιώεν, και εις όσον οίον τε ευδαιμονέστατα».

Μετά το θάνατό του, οι δεσπότες της Πελοποννήσου παρέδωσαν το χειρόγραφο στο Γεννάδιο Σχολάριο, ο οποίος, αφού το διάβασε, δεν το αντέκρουσε, όπως είχε αρχικά πει, αλλά το έκαψε δημόσια, καθώς θεωρήθηκε «ειδωλολατρικό» και «σατανικό», που περιείχε υποτίθεται στις σελίδες του «τα σαπρά των Ελλήνων ληρήματα». Κάλεσε μάλιστα όσους κατέχουν αντίγραφα, να τα καταστρέψουν και αυτά. Παρά ταύτα, έχουν σωθεί και δημοσιευτεί αρκετά αποσπάσματα του έργου αυτού.

tsoutsounas

#6
Μέγας Αλέξανδρος



Μέγας Αλέξανδρος ή Αλέξανδρος Γ' ο Μακεδών, Βασιλεύς Μακεδόνων, Ηγεμών της Πανελλήνιας Συμμαχίας κατά της Περσικής αυτοκρατορίας, Φαραώ της Αιγύπτου, Κύριος της Ασίας και βορειοδυτικής Ινδίας, οι κατακτήσεις του οποίου αποτέλεσαν την θεμέλιο λίθο των βασιλείων των Επιγόνων του. Οι Αλεξανδρινοί χρόνοι αποτελούν το τέλος της κλασσικής αρχαιότητας και την απαρχή της περιόδου της παγκόσμιας ιστορίας γνωστής ως Ελληνιστικής. Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους στρατηγούς της ιστορίας, που σε ηλικία μόλις 33 ετών είχε κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου (4ος αιώνας π.Χ.).

Γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας το έτος 356 π.Χ.. Γονείς του ήταν ο βασιλιάς Φίλιππος Β' της Μακεδονίας και η πριγκήπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου. Πέθανε στην Βαβυλώνα, στο παλάτι του Ναβουχοδωνώσορα Β' στις 13 Ιουνίου του 323 π.Χ., σε ηλικία ακριβώς 32 ετών και 8 μηνών.

Βασιλιάς της Μακεδονίας, συνέχισε το έργο του πατέρα του, του Φιλίππου Β'. Ο Φίλιππος Β' ήταν ιδιαίτερα ικανός στρατηγός, πολιτικός και διπλωμάτης, αναμορφωτής του μακεδονικού στρατού και του μακεδονικού κράτους. Ήταν συνετός σα βασιλιάς, αλλά συχνά παρασυρόταν από βίαια και άγρια πάθη.

Ο Αλέξανδρος, ολοκλήρωσε την ενοποίηση των αυτόνομων ελληνικών πόλεων-κρατών της εποχής, και κατέκτησε σχεδόν όλο τον γνωστό τότε κόσμο (Μικρά Ασία, Περσία, Αίγυπτο κλπ), φτάνοντας στις παρυφές της Ινδίας.

Γέννηση και παιδικά χρόνια
Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε τον Ιούλιο (ο μήνας Λώος του ημερολογίου των Μακεδόνων) του 356 π.Χ. στην Πέλλα, πρωτεύουσα του μακεδονικού κράτους. Κατά την τότε παράδοση, η γενεαλογία του ανάγεται σε δύο σημαντικότατες μορφές της αρχαίας ελληνικής παράδοσης. Ο ημίθεος Ηρακλής υπήρξε γενάρχης της δυναστείας των Αργεαδών Μακεδόνων ενώ ο Νεοπτόλεμος, υιός του ήρωα Αχιλλέα, ίδρυσε το βασιλικό οίκο των Μολοσσών, μέλος του οποίου ήταν η Ολυμπιάδα. Η θρυλούμενη καταγωγή του Αλέξανδρου συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, από τα πρώτα έτη του βίου του. Ομοίως και η παιδεία που ο πατέρας του φρόντισε να πάρει, και ιδίως η ανάθεση των σπουδών του στον φιλόσοφο Αριστοτέλη.

Το 340 π.Χ. ο Αλέξανδρος σταμάτησε τις σπουδές του και γύρισε στην Πέλλα, όπου πήρε ενεργό μέρος στην πολιτική ζωή της Μακεδονίας. Κατά τις εκστρατείες του ο Φίλιππος εμπιστευόταν την διοίκηση της Μακεδονίας στον Αλέξανδρο. Σε ηλικία 16 χρονών και ενώ ο πατέρας του έλειπε στο Βυζάντιο, κατέστειλε μια εξέγερση Θρακών. Κατά την μάχη της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ., ο Φίλιππος συνέτριψε τις ενωμένες δυνάμεις Αθηναίων και Θηβαίων, με τον Αλέξανδρο επικεφαλής του ιππικού. Μετά από την ήττα των Αθηναίων πήγε στην Αθήνα ως αντιπρόσωπος του πατέρα του.

Στα 337 π.Χ., ο Φίλιππος χώρισε την Ολυμπιάδα και μνηστεύτηκε την όμορφη Κλεοπάτρα. Αυτό προκάλεσε αναστάτωση στις μέχρι τότε αρμονικές σχέσεις του Αλέξανδρου με τον πατέρα του και ανάγκασε τον νεαρό να αυτοεξοριστεί στην Ήπειρο μαζί με την μητέρα του. Μετά από ένα χρόνο πατέρας και γιος συμφιλιώθηκαν, αλλά ο Φίλιππος την ημέρα του γάμου του με την Κλεοπάτρα δολοφονήθηκε.

Ανάληψη εξουσίας και επικράτηση στην Ελλάδα
Μετά την δολοφονία του Φιλίππου το 336 π.Χ. στις Αιγές, ο Αλέξανδρος κινήθηκε γρήγορα εξουδετερώνοντας όλους τους πιθανούς διεκδικητές του θρόνου, τον οποίο και κατέλαβε. Ακολούθως ξεκίνησε εκστρατείες προς βορρά και νότο για να διασφαλίσει τα σύνορά του. Την άνοιξη του 335 εκστράτευσε εναντίον των Ιλλυριών και Τριβαλλών, προελαύνοντας από την Αμφίπολη μέχρι τον Αίμο σε διάστημα δέκα ημερών. Αφού νίκησε τους εκεί Θράκες, προχώρησε προς τον Δούναβη, νίκησε τους Τριβαλλούς και επιχείρησε επιδρομή κατά των Γετών, την οποία όμως αναγκάστηκε να διακόψει λόγω εξέγερσης των Ιλλυριών. Μετά στράφηκε προς τον νότο και υπέταξε τους Αγριάνες και τους Παίονες, εξασφαλίζοντας την πλήρη κυριαρχία στην περιοχή.

Όσο καιρό ο Αλέξανδρος πολεμούσε στον βορρά, οι Θηβαίοι επαναστάτησαν και πολιόρκησαν την μακεδονική φρουρά της Καδμείας, ενώ και στην Αθήνα και άλλες πόλεις επικράτησε αναβρασμός που προκαλούσαν οι αντιμακεδονικοί διαδίδοντας ότι ο Αλέξανδρος είναι νεκρός. Ο Αλέξανδρος με μια αστραπιαία πορεία, έφτασε σε επτά μέρες στην Θεσσαλία και σε ακόμη πέντε στην Βοιωτία. Εκεί, μετά από σύντομη αλλά δυνατή αντίσταση των Θηβαίων κατόρθωσε να τους υποτάξει. Τότε διέταξε τον θάνατο έξι χιλιάδων Θηβαίων, και να πουληθούν ως δούλοι οι υπόλοιποι τριάντα χιλιάδες κάτοικοι των Θηβών. Τη ίδια την πόλη την ισοπέδωσε, αφήνοντας όρθια μόνο τους ναούς και το σπίτι του ποιητή Πίνδαρου.

Εκστρατεία κατά των Περσών
Μετά την επικράτησή του στην Ελλάδα στράφηκε κατά των Περσών. Το 335 π.Χ. έστειλε τον Παρμενίωνα για να εξασφαλίσει το πέρασμα της Προποντίδας και την άνοιξη του 334 π.Χ. αφήνοντας πίσω του τοποτηρητή της Μακεδονίας τον Αντίπατρο, πέρασε τον Ελλήσποντο με στρατό 30.000 πεζών και 5.000 ιππέων, προμήθειες για 30 μέρες και οικονομικούς πόρους περίπου 70 τάλαντα χρυσάφι, και σκοπό την διάλυση της Περσικής Αυτοκρατορίας, την απελευθέρωση των ελληνικών Ιωνικών πόλεων στα παράλια της Μικράς Ασίας, και την ανόρθωση της φτωχής οικονομίας της Μακεδονίας. Επικεφαλής του στρατού ήταν όλοι Μακεδόνες. Δεύτερος στην τάξη στρατηγός μετά από αυτόν ήταν ο Παρμενίων, παλιός συμπολεμιστής του πατέρα του. Ακολουθούσαν οι γιοί του Παρμενίωνα, Φιλώτας και Νικάνωρ, ο Αμύντας, ο Περδίκκας , ο Κρατερός, ο Πτολεμαίος, και ο Μελέαγρος. Διοικητής των Ελλήνων συμμάχων ήταν ο Αντίγονος, και των μισθοφόρων ο Μένανδρος.

Αμέσως μετά την απόβαση του στρατού στην Ασία, τέλεσε θυσίες και επισκέφτηκε την Τροία, και προχώρησε προς τον ποταμό Γρανικό, όπου περίμεναν για να δώσουν μάχη οι περσικές δυνάμεις οδηγούμενες από τους τοπικούς σατράπες και αρχηγό τον Μέμνονα τον Ρόδιο. Η μάχη του Γρανικού, που έγινε τον Μάιο του 334 π.Χ. ανέδειξε νικητή τον Αλέξανδρο. Ο ίδιος κινδύνευσε αλλά χάρη στον αιφνιδιασμό των Περσών από το ιππικό που διέσχισε τον ποταμό, οι απώλειες ήταν μόνο 110 άνδρες. Η ήττα των Περσών άνοιξε τον δρόμο στον Αλέξανδρο για την κατάκτηση όλης της Μικράς Ασίας. Οι Σάρδεις και η Έφεσος παραδόθηκαν, η Μίλητος και η Αλικαρνασσός αντιστάθηκαν αλλά τελικά κατακτήθηκαν. Ακολούθως στράφηκε προς την ενδοχώρα και κατέκτησε την Λυκία και την Παμφυλία, και διαμέσου των υψιπέδων της Πισιδίας και της Φρυγίας έφτασε στο Γόρδιο, όπου, έλυσε σύμφωνα με την παράδοση το Γόρδιο δεσμό, και πέρασε τον χειμώνα παρακολουθώντας τις κινήσεις των Περσών και ετοιμάζοντας τις δυνάμεις του για νέα εξόρμηση. Στις ιωνικές πόλεις που κατέκτησε, κατάργησε τα ολιγαρχικά και τυραννικά πολιτεύματα που είχαν επιβάλει οι Πέρσες και εγκατέστησε δημοκρατίες, καταργώντας παράλληλα την βαριά φορολογία.Την άνοιξη του 333 π.Χ. κατέλαβε την Καππαδοκία, και προωθήθηκε προς τις Κιλίκιες πύλες, όπου παρέμεινε μέχρι τον Οκτώβριο για να αναρρώσει από μια ασθένεια. Για να εξασφαλίσει την κυριαρχία στην θάλασσα ξεκίνησε πορεία προς τη Φοινίκη όπου ήταν η βάση του ναυτικού των Περσών. Ο Δαρείος συγκέντρωσε τεράστιες δυνάμεις που τις διοικούσε ο ίδιος, στη Βαβυλώνα και κινήθηκε προς την Κιλικία εναντίον του Αλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος διέβη τις Κιλίκιες πύλες για να συναντήσει τον Δαρείο, ο οποίος όμως κατάφερε να φέρει τον στρατό του στα νώτα του Αλέξανδρου. Η μάχη δόθηκε στην αμμώδη πεδιάδα της Ισσού. Ο Αλέξανδρος κατόρθωσε να ανοίξει ρήγμα στην παράταξη του περσικού στρατού, και το ιππικό του με επικεφαλής τον ίδιο πραγματοποίησε πλευρική επίθεση και βρέθηκε στα νώτα του Δαρείου. Ο Δαρείος τράπηκε σε φυγή αφήνοντας στα χέρια του νικητή τη σκηνή, τη μητέρα, τη σύζυγό του και πολλά λάφυρα.

Μετά την νίκη του στην Ισσό, η προέλαση συνεχίστηκε με κατάληψη της Άραδου, Βύβλου και Σιδώνας. Τα φοινικικά, ροδιακά και κυπριακά πλοία μπήκαν πλέον υπό τις διαταγές του Αλέξανδρου, και έτσι εξασφάλισε τα νώτα του και τον έλεγχο όλης της ανατολικής Μεσογείου.

Το καλοκαίρι του 332 π.Χ. κατάφερε με πολύ δυσκολία και επτά μήνες πολιορκίας την κατάληψη της Τύρου. Ακολούθως υπέταξε την Παλαιστίνη χωρίς προβλήματα, και την Γάζα μετά από πολιορκία. Συνέχισε την κατάκτησή του προς την Αίγυπτο όπου έγινε δεκτός ως ελευθερωτής. Έχοντας σεβαστεί τους αιγύπτιους θεούς, οι ιερείς στο μαντείο του Άμμωνα Δία του έκαναν καλή υποδοχή και τον ονόμασαν γιό του Δία, τίτλο που τον παραδέχτηκε και τον αναγνωρίσε από πολιτική σκοπιμότητα, θέλοντας έτσι να δημιουργήσει εντύπωση και θόρυβο γύρω από τη θεϊκή καταγωγή του. Πριν την αναχώρησή του από την Αίγυπτο ίδρυσε στο Δέλτα του Νείλου μια νέα πόλη που ονόμασε Αλεξάνδρεια, και η οποία έγινε μεγάλο και σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο.

Αφού περίμενε ενισχύσεις από την Μακεδονία, απέλυσε τους πιό καταπονημένους στρατιώτες και επέστρεψε στην Φοινίκη για να κατευθυνθεί προς τον Ευφράτη, όπου ο Δαρείος συγκέντρωνε στρατό από τις ανατολικές επαρχίες. Πέρασε τον ποταμό Τίγρη, και έφτασε στο οροπέδιο των Γαυγαμήλων, περίπου 90 χλμ. από τα Άρβηλα. Εκεί νίκησε για άλλη μια φορά τον περσικό στρατό στην ομώνυμη μάχη των Γαυγαμήλων διαλύοντας όλα τα υπολλείματα των περσικών δυνάμεων. Ο Δαρείος διέφυγε προς την Μηδεία, και ο Αλέξανδρος προέλασε προς τα Σούσα και από εκεί προς την Περσέπολη όπου και βρήκε τον αυτοκρατορικό θησαυρό, αποτελούμενο από περίπου 180.000 τάλαντα σε χρυσό και ασήμι. Η ανακάλυψη αυτού του θησαυρού τον βοήθησε να ξεπεράσει τα οικονομικά προβλήματα που μεγάλωναν κατά την διάρκεια της εκστρατείας. Μετά από ολιγόμηνη παραμονή πυρπόλησε την Περσέπολη (μετά από μεθύσι και προτροπή μιας εταίρας, αλλά πιθανολογείται ότι ήθελε με αυτό τον τρόπο να δείξει ότι η βασιλεία του Δαρείου είχε λήξει) και αναχώρησε την άνοιξη του 330 π.Χ..

Φεύγοντας από την Περσέπολη προχώρησε προς τη Μηδεία όπου βρίσκονταν τα Εκβάτανα (η τρίτη πρωτεύουσα της Περσίας), αναζητώντας τον Δαρείο. Καταλαμβάνοντας τα Εκβάτανα κατέλαβε και κάθε εξουσία στην Περσική Αυτοκρατορία. Σε αυτό το σημείο ο σκοπός της εκστρατείας που είχε ξεκινήσει είχε τελειώσει. Η υποχρέωση των Ελλήνων συμμάχων του είχε τελειώσει κι έτσι έστειλε πίσω όσους επιθυμούσαν να μην τον ακολουθήσουν σε επόμενη εκστρατεία. Επίσης ανέθεσε στον Παρμενίωνα την μεταφορά στην ακρόπολη των Εκβατάνων, όλων των περσικών θησαυρών που είχαν καταλάβει, ώστε διακριτικά να αφήσει πίσω τον γέρο στρατηγό, με τον οποίο είχε πολλές διαφωνίες.

Μαθαίνοντας ότι ο σατράπης της Βακτρίας Βήσσος συνέλαβε τον Δαρείο και ανέλαβε ο ίδιος την εξουσία, συνέχισε τον δρόμο του και διέλυσε τους στασιαστές οι οποίοι στην φυγή τους είχαν δολοφονήσει τον Δαρείο. Ο Αλέξανδρος έστειλε το σώμα του Δαρείου για να ταφεί με βασιλικές τιμές και τα τοπικά έθιμα στην Περσέπολη. Με τον θάνατο του Μεγάλου Βασιλιά ο Αλέξανδρος προβλήθηκε ως νόμιμος διάδοχος της δυναστείας των Αχαιμενιδών.

Εκστρατεία στις ανατολικές σατραπείες
Για να υποστηρίξει τον νέο του τίτλο, και να εξασφαλίσει τον έλεγχο όλης της αυτοκρατορίας κινήθηκε εναντίον του Βήσσου και των υπόλοιπων σατραπών που συνέβαλαν στην δολοφονία του Δαρείου. Η εκστρατεία του στις ανατολικές σατραπείες ξεκίνησε με την εκκαθάριση της Υρκανίας όπου, στα όρη των Ταπούρων, είχαν καταφύγει και οι Έλληνες μισθοφόροι του Δαρείου με αρχηγό τον Ναβαρζάνη. Μετά από την υποταγή της Υρκανίας διέσχισε την Παρθία και στην πόλη Σουσία της Αρείας, ο σατράπης Σατιβαρζάνης δήλωσε υποταγή, διατηρώντας το αξίωμά του. Μετά την αναχώρησή του Αλέξανδρου όμως για την Βακτρία, όπου ο Βήσσος συγκέντρωνε στρατεύματα, ο Σατιβαρζάνης σκότωσε την φρουρά που είχε αφήσει ο Αλέξανδρος και συγκέντρωσε στρατό για να βοηθήσει τον Βήσσο. Ο Αλέξανδρος επέστρεψε αλλά ο Σατιβαρζάνης διέφυγε με 2000 ιππείς. Στην θέση του διορίστηκε ο Αρσάκης. Αφού ίδρυσε μια νέα πόλη, την Αλεξάνδρεια των Αρείων, κατέφυγε στην Φράδα της Δραγιανής για να χειμάσει.

Εκεί αποκαλύφθηκε μια συνωμοσία που είχε σκοπό την δολοφονία του Αλέξανδρου. Ως ηθικός αυτουργός εμφανίστηκε ο Φιλώτας, γιός του Παρμενίωνα, ο οποίος τελικά καταδικάστηκε σε θάνατο από την συνέλευση του μακεδονικού στρατού. Ο Αλέξανδρος φοβούμενος την αντίδραση του Παρμενίωνα στην εκτέλεση του γιού του, διέταξε την δολοφονία του.

Το χειμώνα του 330 π.Χ. έφτασε στον Ινδικό Καύκασο όπου ίδρυσε άλλη μια Αλεξάνδρεια. Ο Βήσσος έφυγε μακριά, περνώντας τον ποταμό Ώξο καίγοντας τα πλοία του μετά την διέλευση και εγκαταστάθηκε στα Ναύτακα της Σογδιανής. Ο Αλέξανδρος τον ακολούθησε στην Σογδιανή και έστειλε τον Πτολεμαίο εναντίον του, ο οποίος τον συνέλαβε και τον οδήγησε στον Αλέξανδρο. Ο Βήσσος εκτελέστηκε και ο Αλέξανδρος προχώρησε προς την πρωτεύουσα της Σογδιανής, Σαμαρκάνδη και ακολούθως έφθασε στον ποταμό Ιαξάρτη όπου ίδρυσε την Αλεξάνδρεια Εσχάτη.
Μετά τον γάμο του με την Ρωξάνη που είχε ηρεμίσει τα πράγματα στις σατραπείες της κεντρικής Ασίας, την άνοιξη του 327 π.Χ. ξεκίνησε για την κατάκτηση της Ινδικής χερσονήσου. Άφησε τον Αμύντα στην Βακτρία, και περνώντας από την Αλεξάνδρεια έφτασε στον ποταμό Κωφήνα όπου διαίρεσε τον στρατό του. Έστειλε τον Ηφαιστίωνα με τον Περδίκκα να προετοιμάσουν την προέλασή του μέχρι τον Ινδό ποταμό, και ο ίδιος από διαφορετική πορεία έφτασε την άνοιξη του 326 π.Χ. στον Ινδό τον οποίο διέβηκε μέσω της γέφυρας που είχε ετοιμάσει ο Ηφαιστίωνας και πολλών μικρών πλοίων. Συνέχισε την πορεία του προς τον ποταμό Υδάσπη, όπου ο Ινδός βασιλιάς Πώρος περίμενε από την απέναντι πλευρά με συγκεντρωμένο στρατό ώστε να τον εμποδίσει να περάσει. Ο Αλέξανδρος έστειλε στρατιώτες να μεταφέρουν αποσυναρμολογημένα τα πλοία που είχαν χρησιμοποιηθεί στην διάβαση του Ινδού, και με την υπόλοιπη δύναμη και ενισχυμένος από 5000 Ινδούς συνέχισε για τον Υδάσπη.

Η διάβαση του ποταμού ήταν δύσκολη αλλά τελικά έγινε με επιτυχία τον Ιούλιο του 326 π.Χ., ώστε να ακολουθήσει μια μεγάλη μάχη μεταξύ του στρατού του Αλεξάνδρου και του στρατού του Πώρου ο οποίος ανερχόταν σε 4000 ιππείς, 300 άρματα, 200 πολεμικούς ελέφαντες και 30000 πεζούς. Οι Μακεδόνες αντιμετώπισαν με ευκολία το ιππικό του Πώρου και τελικά κατάφεραν να υπερισχύσουν στην πρωτόγνωρη γι'αυτούς μάχη εναντίον των ελεφάντων κερδίζοντας μια μεγάλη νίκη.

Στις όχθες του Υδάσπη ίδρυσε δύο πόλεις, την Νίκαια και την Βουκεφάλα (προς τιμή του αλόγου του που πέθανε εκεί). Αφήνοντας τον Κρατερό να επιβλέπει το χτίσιμο των πόλεων, συνέχισε την πορεία του και μετά από μια νίκη στα Σάγγαλα, σταμάτησε μπροστά στον ποταμό Ύφαση. Επιθυμία του Αλέξανδρου ήταν να συνεχίσει περνώντας τον ποταμό και την έρημο που εκτεινόταν μετά από αυτόν, συνάντησε όμως την έντονη αντίδραση του στρατού του. Οι κουρασμένοι σωματικά και ψυχικά στρατιώτες του συγκεντρώθηκαν στο στρατόπεδο και φώναζαν ότι δεν ήθελαν να συνεχίσουν. Τελικά ο Αλέξανδρος αποφάσισε να επιστρέψει. Μετά από τελετές διαίρεσε σε τμήματα τον στρατό του και επέστρεψε στην Νίκαια και την Βουκεφάλα, και λαμβάνοντας ενισχύσεις από την Ελλάδα στράφηκε προς τον νότο. Ναυπήγησε στόλο και πλέωντας τους ποταμούς Υδάσπη και Ινδό, με τμήματα του στρατού του στην αριστερή και δεξιά όχθη, έφθασε σε ένα σημείο όπου έδωσε φονική μάχη με τους Μαλλούς όπου και τραυματίστηκε. Τελικά έφτασε στην πόλη Πάτταλα την οποία οχύρωσε και ανοικοδόμησε.

Ο δρόμος της επιστροφήςΓια την επιστροφή ο Αλέξανδρος χώρισε το στράτευμά του σε τρία μέρη. Το πρώτο με αρχηγό τον Κρατερό ακολούθησε πορεία προς την Αλεξάνδρεια Αραχωσίας (Κανταχάρ) και μέσω της κοιλάδας του Ετύμανδρου εγκαταστάθηκε στην Καρμανία όπου περίμενε τον Αλέξανδρο. Το δεύτερο ήταν ο στόλος, που με αρχηγό τον Νέαρχο, παρέπλευσε τις ακτές της Περσίας όπου βρίσκονταν οι χώρες των Ωρών, των Γεδρωσιών και των Ιχθυοφάγων, προς τον μυχό του κόλπου.

Το τρίτο μέρος του στρατεύματος με τον Αλέξανδρο ξεκίνησε από τα Πάτταλα (τέλη Αυγούστου 324 π.Χ.) για να διασχίσει την έρημο της Γεδρωσίας. Στο πρώτο μέρος της πορείας δεν υπήρξαν δυσκολίες αλλά στην έρημο της Γεδρωσίας ο καύσωνας και η έλλειψη νερού προκάλεσαν μεγάλες απώλειες. Μετά από 60 μέρες σταμάτησε για ανάπαυση στην πρωτεύουσα της Γεδρωσίας, Πούρα, και προχώρησε στην Καρμανία όπου συνάντησε τον Κρατερό. Στην Καρμανία έφτασε και ο Νέαρχος όπου έδωσε αναφορά για την πορεία του, και συνέχισε τον περίπλου ως τις εκβολές του ποταμού Τίγρη. Ο Αλέξανδρος πήρε ένα μέρος του στρατεύματος και αφού πέρασε από τους Πασαργάδες προχώρησε στην Περσέπολη όπου διόρισε σατράπη τον Πευκέστα ο οποίος είχε σώσει την ζωή του Αλέξανδρου στην μάχη στους Μαλλούς.

Την άνοιξη του 324 π.Χ. έκανε γιορτές στα Σούσα για την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Περσίας. Οργάνωσε μικτούς γάμους Μακεδόνων με Περσίδες και ο ίδιος πήρε ως δεύτερη σύζυγο την Στάτειρα, την κόρη του Δαρείου. Εξόφλησε τα χρέη των Ελλήνων στρατιωτών του, με ένα ποσό που ανήλθε σε 20.000 τάλαντα και μοίρασε δώρα και τιμές σε όσους είχαν ανδραγαθήσει. Οι σατράπες της επικράτειας έφεραν εκεί και 30.000 έφηβους Πέρσες που είχαν εκπαιδευτεί και οπλισθεί μακεδονικά, τους οποίος ονόμασε «Επιγόνους».

Άρχισε να οργανώνει νέες εκστρατείες και αφού έστειλε τον Ηφαιστίωνα να εξερευνήσει τις ακτές του Περσικού κόλπου, ο ίδιος με επίλεκτες μονάδες κατευθύνθηκε προς την θάλασσα μέσω του ποταμού Ευλαίου. Στην Ώπι ανακοίνωσε την απόλυση των ηλικιωμένων και των τραυματιών και την συνέχιση της εκστρατείας, αλλά συνάντησε την αντίδραση των στρατιωτών του που δεν ήθελαν να συνεχίσουν μαζί του. Ο Αλέξανδρος τότε μοίρασε αξιώματα σε Πέρσες και ορισμένους τους ονόμασε συγγενείς του, πράγμα που ανάγκασε τους Μακεδόνες να του ζητήσουν συγνώμη και να τον ακολουθήσουν.

Ο Αλέξανδρος επέστρεψε στην Βαβυλώνα και άρχισε να οργανώνει τον περίπλου της Αραβίας και την εξερεύνηση των ακτών της Βόρειας Αφρικής. Λίγο πριν την αναχώρηση για την Αραβία, στις 2 προς 3 Ιουνίου 323 π.Χ. συμμετείχε σε συμπόσιο έπειτα από το οποίο εκδήλωσε πυρετό, που διάρκεσε και τις επόμενες ημέρες αναγκάζοντάς τον να μεταθέσει την ημερομηνία αναχώρησης. Μετά από μια σύντομη βελτίωση της υγείας του κατέρρευσε ξανά, χωρίς να μπορεί να περπατήσει ή να μιλήσει. Η φήμη ότι είχε ήδη πεθάνει ανάγκασε τους στρατηγούς του να επιτρέψουν σε όλους τους στρατιώτες του να περάσουν από τον κρεβάτι του για να τον χαιρετίσουν. Μετά από δύο ημέρες πέθανε, στις 13 Ιουνίου 323 π.Χ.. Λίγο πριν πεθάνει ρωτήθηκε σε ποιόν αφήνει την βασιλεία του και απάντησε «τω κρατίστω», δηλαδή «στον δυνατότερο».

Πηγές για τον Αλέξανδρο
Η εκστρατεία του Αλέξανδρου καταγράφηκε αρχικά στις «Βασιλικές εφημερίδες» ένα είδος επίσημου ημερολογίου που διατηρούσε ο αρχιγραμματέας Ευμένης κατά την διάρκεια της εκστρατείας, οι οποίες όμως χάθηκαν πριν την ολοκλήρωσή της. Οι πρώτες γνωστές εξιστορήσεις είναι του στρατηγού του Αλεξάνδρου Πτολεμαίου, και του Αριστόβουλου ενός μηχανικού που ακολούθησε την εκστρατεία, που όμως και αυτές δεν σώθηκαν μέχρι σήμερα. Άλλοι συγγραφείς των οποίων το έργο έχει χαθεί είναι ο Καλλισθένης που κατέγραψε τα γεγονότα ως τον θάνατό του το 327 π.Χ., ο Κλείταρχος ο Αλεξανδρεύς ο οποίος μάλλον είχε γράψει ένα δωδεκάτομο μυθιστόρημα, ο Ονησίκριτος, και ο Νέαρχος.

Το περισσότερο αξιόλογο έργο που έχουμε, είναι το έργο του Φλάβιου Αρριανού «Αλεξάνδρου Ανάβασις» του 2ου αιώνα μ.Χ. ο οποίος βασίστηκε πάνω στα έργα του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου. Επίσης ένα σημαντικό έργο είναι το «Historia Alexandri Magni Macedonis» του Κούρτιου Ρούφου (1ος αιώνας), το οποίο είναι επίσης βασισμένο σε προηγούμενα έργα, αλλά σε ορισμένα σημεία θεωρείται ότι περιέχει φανταστικές διηγήσεις. Αξιόλογος είναι ο βίος του Αλέξανδρου στο έργο του Πλούταρχου «Παράλληλοι βίοι». Διάσπαρτες πληροφορίες βρίσκονται επίσης στα έργα του Στράβωνα, του Ιώσηπου, του Διόδωρου του Σικελιώτη και άλλων.



πηγή:http://el.wikipedia.org
Αυτά που λες εσύ...μας τά'πε και ένας Γάλλος...
Και αν δεν γαμήθηκες μικρός...
ΘΑ ΓΑΜΗΘΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΣ!!!

talos43

#7
Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος



Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' ο Παλαιολόγος ή Κωνσταντίνος Δραγάσης (8 Φεβρουαρίου 1404 - 29 Μαΐου 1453 (49 ετών) ) ήταν ο τελευταίος Αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από το 1449 ως το 1453.

Πίνακας περιεχομένων


    * 1 Στο Δεσποτάτο του Μυστρά
    * 2 Αυτοκράτορας
    * 3 Η Άλωση της Πόλης
    * 4 Σύζυγοι
    * 5 Δείτε επίσης
    * 6 Εξωτερικοί σύνδεσμοι

 Στο Δεσποτάτο του Μυστρά

Γιος τού αυτοκράτορα Μανουήλ Β' Παλαιολόγου (1391-1425) από την Ελένη Δραγάτση και νεώτερος αδελφός τού αυτοκράτορα Ιωάννη Η' Παλαιολόγου (1425-1448). Γεννήθηκε το 1405. Όταν ήταν ακόμη νεαρός, ο πατέρας του Μανουήλ του είχε αναθέσει τη διοίκηση πόλεων του Ευξείνου Πόντου. Ξαναγύρισε στην Ελλάδα το 1427 όπου ανέλαβε της δεσποτεία της Βοστίτσας (σημερινού Αιγίου), και τελικά με τους αδελφούς του Θεόδωρο και Θωμά ανέλαβαν τη διοίκηση τού Δεσποτάτου του Μυστρά και ολοκλήρωσαν την ανάκτηση των φραγκοκρατούμενων περιοχών. Η παραμονή και των τριών αδελφών στην Πελοπόννησο δημιουργούσε οπωσδήποτε προβλήματα, οπότε ο Κωνσταντίνος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε από τον Σεπτέμβριο τού 1435 ως τον Ιούνιο τού 1436, για να συζητήσει σχετικά θέματα με τον αυτοκράτορα. Στο διάστημα 1435-1441 μετέβη στην Ιταλία, όπου μετείχε στις επιτροπές των Βυζαντινών, που προσπαθούσαν να πετύχουν την ένωση των Εκκλησιών (Ορθοδόξων-Καθολικών). Η ρήξη με τον αδελφό του Θεόδωρο προσέλαβε επικίνδυνες διαστάσεις και χρειάστηκαν σύντονες προσπάθειες για να επιτευχθεί συμβιβαστική συμφωνία και συνδιαλλαγή. Η διοίκηση του δεσποτάτου αναλήφθηκε από τον Θεόδωρο και τον Θωμά, ο δε Κωνσταντίνος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για να συμπαρασταθεί στις προσπάθειες τού Ιωάννη Η'.

Αντικατέστησε τον αυτοκράτορα κατά την περίοδο τής μετάβασης του στη Δύση για τη συμμετοχή στη Σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας (27 Νοεμβρίου 1439 - 1 Φεβρουαρίου 1440), ενώ μετά την άφιξη τού αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη ο Κωνσταντίνος επίστρεψε και πάλι στην Πελοπόννησο. Η στάση τού Δημητρίου Παλαιολόγου, που υποστηρίχθηκε οπό τους Τούρκους, ανάγκασε τον Κωνσταντίνο να σπεύσει και πάλι στην Κωνσταντινούπολη (1442-1443), για να ενισχύσει τις δυνάμεις τού αυτοκράτορα.

Τον Οκτώβριο του 1443 ανέλαβε δεσπότης του Μυστρά και αφιερώθηκε με ζήλο στη διοικητική και στρατιωτική αναδιοργάνωση τού δεσποτάτου, με απώτερο σκοπό την ενίσχυση της άμυνας της Πελοποννήσου έναντι της τουρκικής απειλής. Οικοδόμησε τα τείχη του Εξαμιλίου στον Ισθμό της Πελοποννήσου, και επέκτεινε το δεσποτάτο του κατακτώντας τη Βοιωτία και τη Φωκίδα. Όμως ο Μουράτ Β' οργάνωσε μια μεγάλη εκστρατεία εναντίον του. Κατέστρεψε το φρούριο στο Εξαμίλιο, την Κόρινθο και την Πάτρα. Ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να ζητήσει ειρήνη και να γίνει φόρου υποτελής στον Τούρκο σουλτάνο.

Αυτοκράτορας


Μετά τον θάνατο τού Ιωάννη Η', στέφθηκε αυτοκράτορας στον Μυστρά (6 Ιανουαρίου 1449) και πήγε στην Κωνσταντινούπολη με πολλές ελπίδες και μεγάλη αγωνία για το μέλλον τής αυτοκρατορίας. Η τουρκική απειλή περιέσφιγγε τη βασιλεύουσα και στρεφόταν πλέον εναντίον της. Ο Κωνσταντίνος αφιερώθηκε στην επισκευή και την ενίσχυση των οχυρωματικών έργων, καθώς και στην αναδιοργάνωση τού στρατού, ο οποίος θα αναλάμβανε το βαρύ έργο της άμυνας τής πόλης. Οι αποδεδειγμένες πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητες τού Κωνσταντίνου δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τον διαμορφωμένο συσχετισμό δυνάμεων, η άνοδος δε στη εξουσία τού φιλόδοξου σουλτάνου Μωάμεθ Β' (1451) έκανε περισσότερο αισθητό τον κίνδυνο για την Κωνσταντινούπολη. Η ανέγερση στον Βόσπορο τού υψηλού φρουρίου Ρούμελι Χισάρ και οι στρατιωτικές προετοιμασίες των Τούρκων, συντονίζονταν με τελικό στόχο την άλωση τής πρωτεύουσας τής αυτοκρατορίας.

Οι εκκλήσεις τού Κωνσταντίνου προς τη Δύση για ενισχύσεις αντιμετωπίζονταν με περίεργη αδιαφορία. Ο Πελοποννήσιος καρδινάλιος και προηγουμένως μητροπολίτης Ρωσίας Ισίδωρος, που έφθασε στην Κωνσταντινούπολη με ελάχιστες δυνάμεις, δεν μπορούσε να προσφέρει ελπίδες. Οι 3.000 περίπου βυζαντινοί και οι 2.000 περίπου ξένοι, από τους οποίους 700 περίπου Γενουάτες με αρχηγό τον Ιουστινιάνη, ήταν πολύ λίγοι για να αποκρούσουν τις επιθέσεις του πολυάριθμου και αξιόμαχου τουρκικού στρατού. Η ισχυρή οχύρωση της πόλης απαιτούσε και ισχυρή φρουρά για την απόκρουση των επιθέσεων από την ξηρά, αφού η απειλή από τη θάλασσα εξουδετερωνόταν με την περίφημη αλυσίδα τού Κεράτιου Κόλπου. Ωστόσο η μεταφορά από την ξηρά (υπερνεώλκηση) περίπου 70 τουρκικών πλοίων από τον Βόσπορο στον Κεράτιο κατέστησε την πολιορκία ασφυκτική (22-23 Απριλίου 1453).

 Η Άλωση της Πόλης

Στις 28 Μαΐου, ο Μωάμεθ αποφάσισε τη γενική και τελική επίθεση εναντίον της πόλης. Ο Κωνσταντίνος, μετά την τέλεση της θείας λειτουργίας στον ναό της Αγίας Σοφίας, ενθάρρυνε τη φρουρά που θα έδινε τον αγώνα για την απόκρουση τής μεγάλης επίθεσης. Πράγματι, η πρώτη επίθεση αποκρούστηκε, αλλά η αναπλήρωση των απωλειών τής φρουράς ήταν δύσκολη. Ο τραυματισμός του Γενουάτη Ιουστινιάνη υπήρξε σοβαρό πλήγμα. Τέλος και ενώ ο Κωνσταντίνος αγωνιζόταν με στο πλευρό των στρατιωτών του ως απλός στρατιώτης, οι Τούρκοι μπήκαν στην πόλη από την αφύλακτη Κερκόπορτα το πρωί της 29ης Μαΐου του 1453. Η Κωνσταντινούπολη έπεσε στον αλλόθρησκο κατακτητή και έγινε πηγή θρύλων και παραδόσεων στη μνήμη τού λαού.

Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' υπήρξε ο τελευταίος αυτοκράτορας τού Βυζαντίου, ο οποίος με το φρόνημα και την αυτοθυσία του, σημάδεψε χαρακτηριστικά το γεγονός τής πτώσης. Ο αυλικός του Γεώργιος Φραντζής διηγείται με απλότητα τον θάνατο τού τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα: «Ο βασιλεύς ουν απαγορεύσας εαυτόν, ιστάμενος βαστάζων σπάθην και ασπίδα, είπε λόγον λύπης άξιον "ουκ έστι τις των χριστιανών του λαβείν την κεφαλήν μου απ΄ εμού;" ην γαρ μονώτατος απολειφθείς. τότε εις των Τούρκων δους αυτώ κατά πρόσωπον και πλήξας, και αυτός τω Τούρκω ετέραν εχαρίσατο' των όπισθεν δ΄ετέρος καιρίαν δους πληγήν, έπεσε κατά γης' ου γαρ ήδεισαν ότι ο βασιλεύς εστιν, αλλ΄ως κοινόν στρατιώτην τούτον θανατώσαντες αφήκαν».

Σύμφωνα με την περιγραφή του Φραντζή, οι κατακτητές, μετά το τέλος του αγώνα, αναζήτησαν το σώμα του αυτοκράτορα: «πλείονας κεφάλας των αναιρεθέντων έπλυναν, ει τύχοι και την βασιλικήν γνωρίσωσι, και ουκ ηδυνήθησαν γνωρίσαι αυτήν, ει μη το τεθνεώς πτώμα τού Βασιλέως ευρόντες ο εγνώρισαν εκ των βασιλικών περικνημίδων, ή και πεδίλων ένθα, χρυσοί αετοί ήσαν γεγραμμένοι, ως έθος υπήρχε τοις βασιλεύσι». Η αναγνώριση του νεκρού αυτοκράτορα συνοδεύθηκε από την εντολή τού σουλτάνου Μωάμεθ Β' να ταφεί με τις αρμόζουσες βασιλικές τιμές, χωρίς όμως να ανακοινωθεί και ο τόπος της ταφής. Οι μυστικοί πόθοι τού λαού συνέδεσαν τον θρύλο τού μαρμαρωμένου βασιλιά, με την ελπίδα για την απελευθέρωση και την αποκατάσταση τής αυτοκρατορίας.

Ο θρύλος λέει ότι τη στιγμή που ο βασιλιάς περικυκλώθηκε από τους Τούρκους, ένας άγγελος του Κυρίου τον άρπαξε και τον έκρυψε σε μια σπηλιά, αφού πρώτα τον μαρμάρωσε. Στη σπηλιά αυτή περιμένει για αιώνες ο "Μαρμαρωμένος Βασιλιάς" να ξαναέρθει την κατάλληλη στιγμή, "το πλήρωμα του χρόνου", και ο άγγελος Κυρίου θα του ξαναδώσει τη ζωή και το σπαθί του για να διώξει τους Τούρκους από την Κωνσταντινούπολη. Άλλοι θρύλοι και προφητείες αναφέρουν ότι θα τους κυνηγήσει μέχρι την "Κόκκινη Μηλιά" και στη μάχη που θα γίνει οι Τούρκοι θα νικηθούν και "θα κολυμπήσει το μοσχάρι στο αίμα τους". Ο θρύλος προσθέτει, ακόμα, ότι οι Τούρκοι ψάχνουν συνεχώς να ανακαλύψουν τη σπηλιά, όπου βρίσκεται ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς για να χτίσουν την είσοδό της, ώστε να μην μπορεί να ξαναβγεί από εκεί. Όμως, οι προσπάθειες τους είναι συνεχώς άκαρπες, αφού ο άγγελος προστατεύει τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά και περιμένει την εντολή του Θεού για να τον ξυπνήσει.

Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' πέθανε σε πλήρη ένωση με την Καθολική Εκκλησία και κοινώνησε Θεία Ευχαριστία από τα χέρια του Καρδινάλιου Ισιδώρου του Κιέβου λίγες μόνο ώρες πριν από τον θάνατό του. Θεωρείται Άγιος από τους Ελληνόρυθμους Καθολικούς.

Σύζυγοι

Η πρώτη του σύζυγος ήταν η Μαντελένα Τόκκο, ανηψιά του Καρόλου Α' Τόκκου, Δεσπότη Ηπείρου, η οποία μετά το γάμος τους το 1427 ή το 1428 έγινε ορθόδοξη και άλλαξε το όνομά της σε Θεοδώρα. Πέθανε το 1429 ή το 1430.

Η δεύτερη σύζυγός του ήταν η Caterina Gattilusio, κόρη του Ντορίνο της Λέσβου, η οποία πέθανε το 1442. Ο Κωνσταντίνος δεν απέκτησε παιδιά.
μόλις έκανα ρεκτιφιέ......δεν σπάω....δεν χαλάω..... τρίζω μόνο λίγο.....λάδι ρεεεεεεε.....

frankly my dear i dont give a damn.....

pipistrelo

#8
...όσο για τον Ηλία Πετρόπουλο συνιστώ να διαβάσετε το Πτώματα Πτώματα Πτώματα ένα μικρό βιβλιαράκι στο οποίο λέει για τον Εμφύλιο ότι  πολλοί άλλοι -δεξιοί-αριστεροί-αντικειμενικοί, δεν μπορούν ή δεν θέλουν να πουν...

Despotis

#9
Γαμπριέλα Ουσάκοβα



H Γαμπριέλα Ουσάκοβα για μας τους παλιότερους αποτελούσε θεσμό στον χώρο των μπουρδέλων.Δεν εννοείται forum όπως είναι το ierodoules να μην έχει αφιέρωμα σε αυτήν την ιερόδουλη θρύλο.Είναι η μοναδική ιερόδουλες στην ιστορία του Ελληνικού κράτους που μπήκε επίσημα στο Προεδρικό μέγαρο παίρνοντας τιμητική πλακέτα απο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την προσφορά της στην περίοδο της κατοχής.Η Γαμπριέλα έκανε σεξ με Ιταλούς και Γερμανούς αξιωματικούς και τα μυστικά που μάθαθνε τα έλεγε στους Έλληνες.Η καταγωγή της ήταν Ρωσική και μάλιστα απο υπηκόους της δυναστείς των Ρομανόφ.Γεννήθηκε στη Ρωσία το 1916 και μετά την άνοδο των Μπολσεβίκων η οικογένειά της έχασε τα αριστοκρατικά προνόμια που είχε και αναγκάστηκε να ξενιτευτεί.Σε ηλικία 5 ετών όπως αναφέρει στο βιβλίο της 'ΓΑΒΡΙΕΛΑ Η ΖΩΗ ΜΟΥ -εγινα ιεροδουλος διοτι εγεννηθην ετσι' (απο τις εκδόσεις Κάκτος που τώρα αποκλείεται να υπάρχει) έκανε παζαρι χρηματικό για να γλύψει το μόριο του καπετάνιου που μετέφερε την οικογένειά της στο καράβι του.Η ίδια είχε δηλώσει πως ποτέ δεν είχε κάνει σεξ με άντρα χωρίς χρηματικό αντάλλαγμα.Τελείωσε Γαλλικό σχολείο στις καλόγριες αλλά το μεράκι της ήταν το πληρωμένο κρεβάτι για πράξεις ακολασίας.Ήταν η πρώτη ιερόδουλος αλλά και ταυτόχρονα και η πρώτη αλλοδαπή ΔΗΛΩΜΕΝΗ ιερόδουλος στα χρονικά πρακτικά της Νομαρχία.Το μπουρδέλο που είχε ήταν στην οδό Μάρκου Ευγενικού 14 και είχε κάνει την εξής πρωτοπορία τότε βάζοντας ηχητικό μήνυμα στον τηλεφωνητή.Απο κει περνάγανε παππούδες,μπαμπάδες και υιοί.Μιλάμε για χαμό όχι αστεία τώρα.Είχε γίνει θρύλος κυριολεκτικά αυτή η γυναίκα.όταν έπερνε κάποιος τηλέφωνο στον οίκο της η απάντηση ήταν' 710 δρχ για μουνί και τσιμπούκι'.Πάντα ετοιμόλογη αμάσητη αλλά και μορφωμένη.Ο κύκλος των πελατών της εκτός απο απλούς λαικούς θνητούς είχε και κυβερνητικούς,πολιτικούς καθώς και υψηλόβαθμους αξιωματούχους των σωμάτων ασφαλείας της εποχής.Μεγάλωσε με δική της πρωτοβουλία γύρω στα 20 ορφανά και σπούδασε αρκετά παιδιά που ήταν απο φτωχά σκοινωνικά στρώματα.Να σημειώσουμε ότι δεχόταν ανθρώπους με κινητικά προβλήματα καθώς και φτωχούς φαντάρους.Είναι συγκηνιτικό γιατί ένας συνάδερφός μου σπούδασε απο την Γαμπριέλα και όταν μιλάει γιαυτήν τη γυναίκα έχει τέτοιο σεβασμό σαν να μιλάει για τη μάνα του.Σστις 25/8/1991 την στραγγαλίσανε μέσα στο σπίτι της σε ηλικία 75 ετών.Κάποιοι είπανε ότι πρόκειται περί Αλβανών δολοφόνων ενώ κάποιοι άλλοι ότι πρόκειται για κάποια συγκενικά πρόσωπα επειδή η μακαρίτισα είχε πολύ μεγάλη περιουσία.Κανείς δεν έμαθε ποτέ τους υπαίτιους αυτής της αποτρόπαιας πράξης.Όσο για την Γαμπριέλα ελαφρύ το χώμα που την σκεπάζει!!!

talos43

#10
Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής



Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής


Πρωθυπουργός της Ελλάδας
Θητεία
1955 - 1958, 1958 - 1961 –
1961 - 1963, 1974 - 1980
Προκάτοχος    Αλέξανδρος Παπάγος, Κωνσταντίνος Γεωργακόπουλος, Κωνσταντίνος Ντόβας, Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος
Διάδοχος    Κωνσταντίνος Γεωργακόπουλος, Κωνσταντίνος Ντόβας, Παναγιώτης Πιπινέλης, Γεώργιος Ράλλης
Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας
Θητεία
1980 - 1985 –
1990 - 1995
Προκάτοχος    Κωνσταντίνος Τσάτσος, Χρήστος Σαρτζετάκης
Διάδοχος    Χρήστος Σαρτζετάκης, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος
Γέννηση    8 Μαρτίου 1907
Σέρρες, Ελλάδα
Θάνατος    23 Απριλίου 1998 (91 ετών)
Αθήνα
Εθνικότητα    Έλληνας
Πολιτικό Κόμμα    Λαϊκό Κόμμα, Ελληνικός Συναγερμός, Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις, Νέα Δημοκρατία

Ο Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής (8 Μαρτίου 1907 – 23 Απριλίου 1998) ήταν έλληνας πολιτικός ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.


Πρώτα χρόνια

Γεννήθηκε στην Πρώτη (τότε Κιουπ-κιοϊ) του νομού Σερρών στην Βόρειο Ελλάδα. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Καραμανλής, δάσκαλος, ο οποίος πολέμησε στους Μακεδονικούς Αγώνες στο διάστημα 1904–1908. Αφού μεγάλωσε στην Μακεδονία, βρέθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει δικηγόρος. Άσκησε τη δικηγορία στις Σέρρες, και εισήλθε στην πολιτική με το Λαϊκό Κόμμα, με το οποίο εκλέχθηκε βουλευτής Σερρών για πρώτη φορά το 1935 στην ηλικία των 28 ετών. Επανεξελέγη βουλευτής το 1936, στις τελευταίες εκλογές πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 Πρώτη πρωθυπουργία

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Καραμανλής ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά της ελληνικής πολιτικής αναλαμβάνοντας τελικά το Υπουργείο Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση του Ελληνικού Συναγερμού υπό τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπάγο. Λόγω της απρόσμενα υψηλής του απόδοσης στο Υπουργείο, όταν πέθανε ο Παπάγος και επρόκειτο να βρεθεί ο αντικαταστάτης του, ο βασιλιάς Παύλος πρότεινε αμέσως τον νέο Καραμανλή για πρωθυπουργό. Για να το κάνει αυτό, ο βασιλιάς παρέκαμψε τον Στέφανο Στεφανόπουλο και τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, δύο έμπειρους πολιτικούς του Συναγερμού οι οποίοι είχαν ευρέως θεωρηθεί ως οι πιθανότεροι αντικαταστάτες του Παπάγου. Ο Καραμανλής έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός στα μέσα του 1955 αμέσως μετά τον θάνατο του Παπάγου, εξασφαλίζοντας λίγο αργότερα κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις εκλογές του 1956. Σε αυτές επανίδρυσε το κόμμα του Συναγερμού με το νέο όνομα Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις (Ε.Ρ.Ε.) και με αυτό κέρδισε την πρώτη του κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με την εφαρμογή του λεγόμενου «τριφασικού» εκλογικού συστήματος, παρά το γεγονός ότι η ΕΡΕ, σε απόλυτους αριθμούς ψήφων, είχε έρθει δεύτερο κόμμα (ΕΡΕ 47,3%, Δημοκρ. Ένωση 48,15%). Το εκλογικό αυτό σύστημα προέβλεπε πλειοψηφικό και ενισχυμένη αναλογική στις περιφέρειες που ήταν πρώτο κόμμα η ΕΡΕ και απλή αναλογική στις υπόλοιπες, εξασφαλίζοντας έτσι στην ΕΡΕ τον μέγιστο αριθμό εδρών. Εξασφάλισε επίσης την πλειοψηφία στις εκλογές του 1958 και του 1961. Οι τελευταίες χαρακτηρίστηκαν εκλογές «βίας και νοθείας» από τα άλλα κόμματα, την Ένωση Κέντρου και την ΕΔΑ και σημαδεύτηκαν από τις επεμβάσεις του στρατού, της χωροφυλακής και παρακρατικών στον προεκλογικό αγώνα.[1] Ο τότε αρχηγός της και βασικός αντίπαλος του Καραμανλή Γεώργιος Παπανδρέου κήρυξε με αφορμή αυτές τις εκλογές τον «ανένδοτο αγώνα» για την «υπεράσπισιν και αποκατάστασιν της δημοκρατίας», ο οποίος τελικά οδήγησε και στην ανατροπή του Καραμανλή[2]. Το 1959 υπέγραψε τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου με τις οποίες τερματίστηκε η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου και ιδρύθηκε ανεξάρτητο Κυπριακό κράτος με εγγυήτριες δυνάμεις την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Μ. Βρετανία.

Οικονομικό έργο

Η πρώτη πρωθυπουργία του χαρακτηρίστηκε από την οικονομική πρόοδο της χώρας αλλά και από το ανώμαλο πολιτικό κλίμα της εποχής. Ο Καραμανλής το 1959 ανήγγειλε ένα πενταετές σχέδιο (1960-1964) για την ελληνική οικονομία εστιασμένο στη βελτίωση της γεωργικής και βιομηχανικής παραγωγής, την επένδυση σε υποδομές και την προώθηση του τουρισμού. Οι μεταρρυθμίσεις του στην οικονομία απέδωσαν. Κατά το 1955-1963 η Ελλάδα γνώρισε πολύ ισχυρή άνοδο της οικονομίας. Το ΑΕΠ κατά κεφαλήν, παρά την σημαντική αύξηση πληθυσμού κατά περίπου 7%, ανέβηκε περίπου 62% ή περίπου 6,2% ετησίως. Η ανεργία έπεσε στο περίπου 4,5% βοηθούμενη και από την αυξανόμενη μετανάστευση (σε Γερμανία και αλλού) και ο πληθωρισμός σταθεροποιήθηκε στο περίπου 2% (πηγή: Penn World Tables). Όλη αυτήν την περίοδο η Ελλάδα συνέκλινε ταχύτατα με τον ανεπτυγμένο κόσμο της εποχής, δηλαδή την ΕΟΚ, την Μ. Βρετανία και τις ΗΠΑ.

 Διώξεις αντιφρονούντων και «παρακράτος»

Υπό τον φόβο επικράτησης των κομμουνιστών (ΕΔΑ) γίνονταν εκτεταμένες διώξεις και εκτοπίσεις αριστερών, ενώ παράλληλα είχαν αυτονομηθεί από τον κυβερνητικό έλεγχο υπό τις ευλογίες των ανακτόρων (των βασιλέων Παύλου και Φρειδερίκης) ομάδες του στρατού, της αστυνομίας, της χωροφυλακής και άλλων υπηρεσιών και αναλάμβαναν «αντικομμουνιστική» δράση με δική τους πρωτοβουλία, σχηματίζοντας το λεγόμενο «παρακράτος», το οποίο πιστεύεται ότι ουσιαστικά ελεγχόταν από το παλάτι.[3] Ο Καραμανλής κατηγορήθηκε ότι ανέχθηκε ή και εξέθρεψε αυτό το παρακράτος. Ο ίδιος αρνήθηκε πάντοτε σθεναρά ότι υποστήριζε ή γνώριζε τη λειτουργία αυτών τον ομάδων. Χαρακτηριστική είναι η φράση που φέρεται να είπε μετά τη δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς: «Ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο».

 (Αυτο)Εξορία

Τον Ιούλιο του 1963, παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία μετά από μια διαφωνία με το βασιλιά Παύλο πυροδοτούμενη κατά τα φαινόμενα από την έντονη αντιπάθεια της βασίλισσας Φρειδερίκης προς το πρόσωπό του, και πέρασε τέσσερις μήνες στο εξωτερικό. Από τον Μάιο η χώρα ήταν σε αναταραχή μετά από τη δολοφονία του Γρηγορίου Λαμπράκη από παρακρατικούς μετά από μια εκδήλωση για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη. Το Νοέμβριο, η Ε.Ρ.Ε. υπό την ηγεσία του έχασε τις εκλογές από την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο Καραμανλής αποχώρησε εκ νέου από την Ελλάδα και πέρασε τα επόμενα 11 έτη της ζωής του αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Στην ηγεσία της Ε.Ρ.Ε. τον διαδέχθηκε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος.

Δεύτερη πρωθυπουργία

«Ανήκομεν εις την Δύση». Απόσπασμα ομιλίας του Κ.Καραμανλή στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Στα μέσα του Απριλίου το 1967[4]. Μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος της Χούντας των Συνταγματαρχών στις 24 Ιουλίου του 1974, ο Καραμανλής επέστρεψε στην Αθήνα με το αεριωθούμενο αεροπλάνο της γαλλικής προεδρίας το οποίο έθεσε στη διάθεση του ο γάλλος πρόεδρος Βαλερί Ζισκάρ ντ' Εσταίν, στενός προσωπικός του φίλος. Έγινε πρωθυπουργός με μεγάλη δημόσια υποστήριξη, κυρίως επειδή θεωρήθηκε ως η καλύτερη διαθέσιμη λύση. Σχημάτισε αμέσως κυβέρνηση εθνικής ενότητας προκειμένου να ασχοληθεί αμέσως με την κρίση της Κύπρου και για να αποκαταστήσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στην Ελλάδα. Νομιμοποίησε το Κ.Κ.Ε., αλλά δεν κατάργησε αμέσως τη λογοκρισία και ήταν αρχικά επιεικής με τα μέλη του πραξικοπήματος του 1967 που διατηρούσαν ακόμα ισχυρές θέσεις στις Αρχές Ασφαλείας και τις ένοπλες δυνάμεις.

Εντούτοις, τελικά τα περισσότερα υπολείμματα του καθεστώτος των συνταγματαρχών, τα λεγόμενα «σταγονίδια», εκδιώχθηκαν από τον κρατικό μηχανισμό. Ήταν ο πρωθυπουργός σε διάφορα σημαντικά σημεία της διαδικασίας εκδημοκρατισμού, ειδικότερα στη δίκη των δικτατόρων (στους οποίους αποδόθηκε η ποινή του θανάτου για εσχάτη προδοσία και ανταρσία, που τελικά μετατράπηκε με απόφαση του ίδιου σε ισόβια φυλάκιση, απόφαση που προσπάθησε να εκτονώσει με τη φράση "όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια"), στην οργάνωση των ελεύθερων κοινοβουλευτικών εκλογών, στο δημοψήφισμα του 1974 για την κατάργηση της μοναρχίας και την καθιέρωση της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, τη σύνταξη και ψήφιση του συντάγματος του 1975 και την εισδοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.).

Το 1974, ο Καραμανλής ίδρυσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας με το οποίο κέρδισε το 1974 και το 1977 τις εθνικές εκλογές και υπηρέτησε ως πρωθυπουργός μέχρι το 1980, όταν παραιτήθηκε μετά από την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Γεώργιος Ράλλης.

Πρώτη και δεύτερη προεδρία

Διάγγελμα του Κ.Καραμανλή προς τον ελληνικό λαό για την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ.

Το ελληνικό κοινοβούλιο εξέλεξε τον Καραμανλή Πρόεδρο της Δημοκρατίας στα μέσα του 1980, θέση την οποία υπηρέτησε έως το 1985. Παραιτήθηκε πρόωρα, λίγους μήνες πριν τη λήξη της θητείας του, όταν ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε ότι το κόμμα του δε θα υποστήριζε την επανεκλογή του, αλλά θα πρότεινε τον Χρήστο Σαρτζετάκη για νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το 1990 επανεκλέχθηκε Πρόεδρος από την κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και υπηρέτησε μέχρι το 1995, όταν τον διαδέχθηκε στην Προεδρία ο Κωστής Στεφανόπουλος.

Ο Καραμανλής αποσύρθηκε από την πολιτική το 1995, στην ηλικία των 88 ετών, έχοντας κερδίσει 5 κοινοβουλευτικές εκλογές και έχοντας διατελέσει 14 έτη πρωθυπουργός, 10 έτη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, και συνολικά περισσότερο από 60 έτη στην ενεργό πολιτική. Για τη μακροχρόνια υπηρεσία του στη δημοκρατία και την ευρωπαϊκή ενότητα, του απονεμήθηκε το 1978 το διάσημο βραβείο Καρλομάγνου. Πέθανε μετά από σύντομη ασθένεια το 1998, σε ηλικία 91 ετών. Τα αρχεία του φυλάσσονται στο Ίδρυμα «Κωνσταντίνος Καραμανλής».

Ο ανιψιός του, Κώστας Καραμανλής, είναι πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας από το 1997, και πρωθυπουργός από τις 7 Μαρτίου 2004.
μόλις έκανα ρεκτιφιέ......δεν σπάω....δεν χαλάω..... τρίζω μόνο λίγο.....λάδι ρεεεεεεε.....

frankly my dear i dont give a damn.....

talos43

#11
Ιωάννης Καποδίστριας




Ο Κόμης Ιωάννης Αντώνιος Καποδίστριας (11 Φεβρουαρίου 1776 – 9 Οκτωβρίου 1831) (στα Iταλικά Giovanni Capo d'Istria, Conte Capo d'Istria – στα Ρωσικά граф Иоанн Каподистрия - Ioann Kapodistria), ήταν Έλληνας διπλωμάτης στην υπηρεσία της Ρωσικής αυτοκρατορίας και πρώτος Κυβερνήτης του "υπό εντολή" Ελληνικού "κράτους". Δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο το 1831.


 Βιογραφία

Ο Kαποδίστριας γεννήθηκε στην Κέρκυρα (Επτάνησα) επί Ενετοκρατίας. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών από το ακρωτήριο Ιστρία (Capo d'Istria) της Αδριατικής, το σημερινό λιμάνι του Koper στη Σλοβενία. Ένας από τους πρόγονούς του είχε λάβει τον τίτλο του Κόμη (comte) από τον Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ ΙΙ (Charles Emmanuel II). Ο τίτλος εισήχθηκε στη Χρυσή Βίβλο (Libro d'Oro) ως οικογένεια ευγενών εκ Κερκύρας το 1679. Η οικογένεια της μητέρας του, οι Γονέμοι, ήταν εγγεγραμμένοι στη Χρυσή Βίβλο (Libro d'Oro) από το 1606.

Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα της Ιταλίας. Το 1797, 21 ετών, εγκαταστάθηκε στην γενέτειρα του την Κέρκυρα ως γιατρός. Το 1799, όταν η Ρωσία παρέλαβε τα Επτάνησα από την Γαλλία, του ανατέθηκε η διοίκηση του στρατιωτικού νοσοκομείου. Το 1802 φέρεται να ήταν ανάμεσα στους ιδρυτές δυο σημαντικών επιστημονικών και κοινωνικών οργανώσεων: της «Φιλικής Εταιρείας» και της «Εθνικής Ιατρικής Εταιρείας».

 Πολιτική και Διπλωματία

 Επτανησιακή Δημοκρατία

Παρ' όλη την ευγενή καταγωγή και εκπαίδευσή του, ο Καποδίστριας υπήρξε φιλελεύθερος και δημοκράτης. Το 1801, όταν αυτονομούνται τα Επτάνησα (κράτος υπό ρωσο-τουρκική ηγεμονία), ο Ι. Καποδίστριας γίνεται ένας από τους δύο διοικητές της Επτανησιακής Δημοκρατίας. Χάρη στην οξυδέρκειά του αποτράπηκε εξέγερση της Κεφαλονιάς. Έδειξε ευαισθησία και προσοχή στις ανησυχίες των Επτανησίων και πήρε πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση του επτανησιακού συντάγματος, το «Βυζαντινό Σύνταγμα» που επέβαλαν οι Ρώσοι και οι Οθωμανοί και που έκανε την Μεγάλη Βρετανία ν' αποστείλει εκπρόσωπο στο νησί, τον George Motsenigo, για να το επιθεωρήσει. Αποτέλεσμα των προσπαθειών του Καποδίστρια ήταν η ψήφιση ενός πιο φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος το 1803. Διορίστηκε ομόφωνα από την Γερουσία της Επτανησιακής Δημοκρατίας Κυβερνήτης του Κράτους των Επτανησίων. Διατέλεσε υπουργός της Επτανησιακής Δημοκρατίας από το 1802 έως το 1807.

 Ρωσική Αυτοκρατορία

Όταν, κατά την εποχή της Ναπολεόντειας αυτοκρατορίας, τα Επτάνησα μπαίνουν κάτω από γαλλική κυριαρχία, ο Καποδίστριας, συνειδητοποιώντας ότι τον ουσιαστικό έλεγχο θα τον είχαν και πάλι οι κατέχοντες τη θάλασσα, οι Άγγλοι, καταφεύγει στη Ρωσία, όπου, ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα, τοποθετείται σύμβουλος του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας. Σταδιακά διορίζεται πρεσβευτής κι έπειτα Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας. Το 1809, ο Καποδίστριας μπήκε, σαν διπλωμάτης, στην υπηρεσία του Τσάρου Αλέξανδρου Ι. Το 1813, διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) σαν μέλη της Ελβετικής ομοσπονδίας, με προσωπικά προσχέδια. Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης σαν μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας και αργότερα εκπρόσωπος της Ρωσίας στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων το 1815, όπου πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη καθώς και την διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας. Διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής αυτοκρατορίας από το 1816 έως το 1822 (διορίστηκε συνυπουργός με τον Καρλ Ρόμπερτ Νέσελροντ (Karl Robert Nesselrode) από τον Τσάρο Αλέξανδρο Ι). Το 1819 μετέβη στο Λονδίνο για να συζητήσει περί των τριβών μεταξύ της επτανησιακής πολιτείας και της Μεγάλης Βρετανίας.

Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του το 1822 για να εγκατασταθεί στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου έχαιρε υπόληψης για την προσφορά του.

Ελληνική Επανάσταση και Ανεξαρτησία
Ιωάννης Καποδίστριας. Άγαλμα που βρίσκεται στην οδό Πανεπιστημίου στην Αθήνα

Στην αρχή δεν ευνόησε τη διαμόρφωση των συνθηκών που θα καλλιεργούσαν έναν πανελλήνιο αγώνα, γιατί πίστευε κι αυτός, όπως κι ο Κοραής, για διαφορετικό λόγο όμως ο καθένας, πως με την ύπαρξη της τότε πανίσχυρης Ιεράς Συμμαχίας, κάθε απόπειρα τέτοιας μορφής ήταν καταδικασμένη από πριν σε αποτυχία. Μόλις έμαθε όμως ότι ολόκληρο το έθνος έχει ξεσηκωθεί, βοήθησε με κάθε πρόσφορο μέσο την επανάσταση κι έφτασε στο σημείο να εισηγηθεί στον τσάρο πρόταση με την οποία αναλάμβανε την προστασία των Ελλήνων.

Μετά το ευτυχές τέλος της επανάστασης η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας αποφασίζει να του αναθέσει το ρόλο του κυβερνήτη (14 Απριλίου 1827). Από την εποχή εκείνη αρχίζει ένα δυσβάσταχτο αγώνα, προσπαθώντας να βρει πόρους για το νεοδημιουργούμενο κράτος. Φθάνοντας με τη συνοδεία ενός ρωσικού κι ενός γαλλικού πολεμικού πλοίου στην Ελλάδα, αποβιβάζεται στο Ναύπλιο στις 13 Ιανουαρίου του 1828.
Μετά από επίπονες διαβουλεύσεις στις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, έφτασε στο Ναύπλιο τον Ιανουάριο του 1828. Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα κατά πολλούς υπήρξε αποκαρδιωτική λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό: οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των φατριών κατά την διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει. Εξάλλου η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.

Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης αναγκάστηκε να ενεργήσει με τέτοιο τρόπο, που δημιούργησε πολλές αντιδράσεις. Ίδρυσε το «Πανελλήνιο» γνωμοδοτικό σώμα που αποτελούνταν από 27 μέλη, συγκεντρώνει όμως όλη την εξουσία στα χέρια του. Παρόλο ότι υπόσχεται προκήρυξη εκλογών για την ανάδειξη νέας Συνέλευσης που θα αποφάσιζε για τη μορφή του πολιτεύματος της χώρας καθυστερεί στην εκτέλεσή τους και όταν, τελικά, αυτές έγιναν δε φημίστηκαν για τον άψογο τρόπο εκτέλεσής τους.

Ο κυβερνήτης διακρίθηκε για τη μεγάλη αγάπη του για την πατρίδα, έθεσε σαν στόχο να βάλει τέλος στον εμφύλιο και να επιδιώξει σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ανόρθωση της κρατικής μηχανής καθώς και για την θέσπιση του νομικού πλαισίου της πολιτείας, απαραίτητου για την εγκαθίδρυση της τάξης. Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση πετυχαίνοντας, αφενός, να καταπολεμήσει το κατεστημένο των φατριών, και, αφετέρου, να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από επιδημίες όπως τον τύφο, την ελονοσία κλπ. Επίσης προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, μουσεία, βιβλιοθήκη το Ορφανοτροφείο της Αίγινας και ίδρυσε τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Την εποχή του Καποδίστρια επίσης ιδρύθηκε η Γεωργική Σχολή της Τίρυνθας και έγινε η πρώτη απόπειρα για την καλλιέργεια πατάτας.

Ο τρόπος που ο Καποδίστριας εισήγαγε την καλλιέργεια της πατάτας παραμένει περίφημο ανέκδοτο σήμερα: Παραγγέλνοντας ένα φορτίο πατάτες, πρώτα διέταξε ότι πρέπει να προσφερθούν σε όποιον θα ενδιαφερόταν. Όμως οι πατάτες αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία από τον πληθυσμό και ολόκληρο το σχέδιο φάνηκε να αποτυχαίνει. Όμως ο Καποδίστριας, έχοντας γνώση για τις σύγχρονές του ελληνικές συνήθειες, διέταξε ολόκληρη η αποστολή των πατατών να ξεφορτώνεται σε δημόσια επίδειξη στις αποβάθρες του Ναυπλίου, αλλά να φυλάσσονται από φαινομενικά αυστηρές φρουρές. Σύντομα, κυκλοφόρησαν φήμες για τις πατάτες, ότι αφού τόσο καλά φρουρούνταν, έπρεπε να είναι μεγάλης σπουδαιότητας. Και αφού ήταν έτσι, κάποιοι δοκίμαζαν να τις κλέψουν. Οι φρουρές είχαν διαταχθεί εκ των προτέρων να κάνουν με τρόπο τα στραβά μάτια και να επιτρέπουν ουσιαστικά την κλοπή. Έτσι, σύντομα όλες οι πατάτες του φορτίου είχαν κλαπεί και το σχέδιο του Καποδίστρια να τις εισαγάγει στην Ελλάδα είχε πετύχει.

Μετέφερε την πρωτεύουσα από το Ναύπλιο στην Αίγινα και την επανέφερε στο Ναύπλιο μετά από λίγο. Ασχολήθηκε με την τοπική αυτοδιοίκηση, έκοψε νομίσματα («φοίνικες») και ενίσχυσε το εμπόριο.

Στην προσπάθεια του να εγκαθιδρύσει ένα ανεξάρτητο και αυτοδύναμο κράτος αναγκάστηκε να καταπολεμήσει διάφορες φατρίες. Ασχολήθηκε κυρίως με τους Πελοποννήσιους. Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα με τους Μαυρομιχάληδες. Ο Καποδίστριας επεδίωξε την σύλληψη και φυλάκιση του Πέτρου Μαυρομιχάλη (Μπέη). Αυτό έδωσε το έναυσμα στον αδερφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γιώργη να δολοφονήσουν τον Ι. Καποδίστρια στα σκαλιά του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο στις 27 Σεπτεμβρίου (9 Οκτωβρίου) 1831.
Στη θέση του δολοφονημένου Ι. Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος Καποδίστριας.
Πίσω όψη ελληνικού κέρματος 0,20€

 Σύμβολο

Η ελληνική πολιτεία τίμησε τον Κυβερνήτη δίνοντας το όνομα του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα όπως το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ακόμη ο Ι. Καποδίστριας απεικονίζεται στο κέρμα των 20 λεπτών (υπομονάδα του ευρώ) της ελληνικής έκδοσης.
μόλις έκανα ρεκτιφιέ......δεν σπάω....δεν χαλάω..... τρίζω μόνο λίγο.....λάδι ρεεεεεεε.....

frankly my dear i dont give a damn.....

Biker

#12
[youtube:197ss6j9]sHMdU_N43fs[/youtube:197ss6j9]

Κορνήλιος Καστοριάδης - Βιογραφία.



Ο Κορνήλιος Καστοριάδης (Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922- Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) ήταν έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής. Συγγραφέας του έργου Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας, διευθυντής σπουδών στην Σχολή Ανωτέρων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού από το 1979, και φιλόσοφος της αυτονομίας, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές του 20ου αιώνα.

Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα

Γεννήθηκε το 1922 στην Κωνσταντινούπολη και την ίδια χρονιά η οικογένεια του μετεγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης πρωτοήρθε σε επαφή με την μαρξιστική σκέψη και την φιλοσοφία ταυτόχρονα σε ηλικία 13 ετών, οπότε και γεννήθηκε και το ενδιαφέρον του τόσο για την σκέψη όσο και για την πολιτική. Η πρώτη ενεργός ανάμιξη και δραστηριοποίηση του στην πολιτική, ήρθε όταν επί δικτατορίας Μεταξά (1937) προσχώρησε στην ΟΚΝΕ. Ενεγράφη στο κομμουνιστικό κόμμα και το 1941 και λίγο μετά την αρχή της κατοχής συγκρότησε μαζί με άλλους νέους μία ομάδα που εναντιωνόταν στο σωβινιστικό προσανατολισμό του ΚΚΕ. Το 1943 προσχώρησε στην τροτσκιστική ομάδα του Σπύρου Στίνα, πράγμα που είχε ως συνέπεια τη δίωξή του όχι μόνο από τους Γερμανούς αλλά και από το ΚΚΕ. Το 1944 γράφει τα πρώτα του κείμενα για τις κοινωνικές επιστήμες και τον Μαξ Βέμπερ (Max Weber), τα οποία δημοσιεύει στο περιοδικό Αρχείο Κοινωνιολογίας και Ηθικής.

Σήμερα το «αποχωρώ» από το ΚΚΕ και γίνομαι οτιδήποτε, είναι πανεύκολο. Τότε ήταν από δύσκολο έως ρίσκο της ίδιας σου της ζωής. Ειδικά αν γινόσουν τροσκιστής. Η ΟΠΛΑ (μονάδες κρούσης του ΚΚΕ), εκτός από τους φασίστες, τους συνεργάτες των γερμανών, τους εν γένει διαφωνούντες κλπ, έδειχναν πολλές φορές και μία ιδιαίτερη ευαισθησία στους τροτσκιστες. Ο εσωτερικός εχθρός είναι πάντα πιο επικίνδυνος.

Ο Τρότσκυ, υπήρξε ένας από τους βασικούς συντελεστές της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1919, μαζί με τον σύντροφο Λέννιν και το ανερχόμενο αστεράκι σύντροφο Στάλιν. Διαφώνησε και τόλμησε παράλληλα να αναπτύξει ένα συγγραφικό έργο. Εκτελέστηκε. Ωστόσο, «η σχολή» του βρήκε μεγάλη απήχηση, τόσο στο εσωτερικό του Κ.Κ της Σοβιετική Ενωσης, όσο και Διεθνώς. Οι οπαδοί του, είχαν – κατά κανόνα – την τύχη του αρχηγού τους, τόσο στη Σ. Ενωση, όσο και στην Ελλάδα.

Σπούδασε αρχικά νομικά και οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατά τα Δεκεμβριανά, αποδοκίμασε την στάση του ΚΚΕ και, στη συνέχεια, μετέβη με το πορτογαλικό πλοίο Ματαρόα από τον Πειραιά στο Παρίσι όπου έμελλε να εγκατασταθεί μόνιμα. Συνεπιβάτες σε αυτό το πλοίο και οι άλλοι δύο Έλληνες, μετέπειτα στοχαστές του Παρισιού, ο Κώστας Αξελός και ο Κώστας Παπαϊωάννου, που μαζί με διακόσιους ακόμα (ανάμεσα στους οποίους και οι: Μακρής, Ξενάκης, Κρανάκη) είχαν εξασφαλίσει, με την βοήθεια του Οκτάβιου Μερλιέ (Octave Merlier), υποτροφία του Γαλλικού Ινστιτούτου από την γαλλική κυβέρνηση.

Στο Παρίσι

Στο Παρίσι έγινε μέλος της τροτσκιστικής Τετάρτης Διεθνούς και του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος, από τις οποίες όμως άρχισε σταδιακά να απομακρύνεται, ώσπου μετά το 1948 να εγκαταλείψει οριστικά το τροτσκιστικό κίνημα. Παράλληλα από την ίδια χρονιά άρχισε να εργάζεται στην υπηρεσία Στατιστικής Εθνικών Λογαριασμών και Μελετών Ανάπτυξης του Οργανισμού Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (ΟΟΣΑ), μια θέση την οποία διατήρησε ως και το 1970.

Ξεκίνησε, μαζί με άλλους, μία μοναχική πορεία που είχε ως αναφορά (τι άλλο) ένα περιοδικό. Τη σκέψη δηλαδή. Διανοούμενοι. Για τον κόσμο, την αριστερά, τη κοινωνία, τη Σοβιετική Ενωση, τον Σοσιαλισμό. Οπως και αρκετοί άλλοι, είχε διαχωρίσει τον εαυτό του από τον αρχικό του πυρήνα. Δεν είναι έυκολο πραγμα ξέρετε αυτό. Πονάει. Το να είσαι μόνος. Ωστόσο, η κοινωνία γύρω του, κάτι είχε μυριστεί. Όχι αναγκαστικά από αυτόν, αλλά και άλλα πολλά. Και φάνηκε πως κάτι έγινε στην Ευρώπη.

Το 1946 ξεκίνησε και η γνωριμία του με τον διανοούμενο Κλωντ Λεφώρ, με τον οποίο συγκρότησαν μία εσωτερική τάση στο PCI, από το οποίο αποχώρησαν το 1948 και ίδρυσαν την ομάδα Socialisme ou Barbarie («Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα»), η οποία από το επόμενο έτος μέχρι το 1965 εξέδιδε το ομώνυμο περιοδικό. Από τα κείμενα εκείνης της περιόδου προέκυψαν τα βιβλία: Η Γραφειοκρατική Κοινωνία (1973), Η Πείρα του Εργατικού Κινήματος (1974), Το Περιεχόμενο του Σοσιαλισμού, Σύγχρονος Καπιταλισμός και Επανάσταση, Η Γαλλική Κοινωνία (1979). Μέσα από το συγκεκριμένο περιοδικό βρήκαν βήμα τα επόμενα χρόνια γνωστοί διανοούμενοι της Γαλλίας, όπως ο Lyotard και ο Debord. Το περιοδικό κινείτο πέραν των τροτσκιστικών κύκλων και ήταν ιδιαίτερα επικριτικό στα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Χαρακτηριστική της γραμμής του περιοδικού ήταν η ανάλυση του Καστοριάδη για το πολιτικό σύστημα της Σοβιετικής Ένωσης, το οποίο το χαρακτήρισε καθεστώς "Γραφειοκρατικού Καπιταλισμού". Ανέφερε χαρακτηρισικά: «Η ρωσική επανάσταση οδήγησε στην εγκαθίδρυση ενός νέου τύπου καθεστώτος εκμετάλλευσης και καταπίεσης όπου μια νέα κυρίαρχη τάξη, η γραφειοκρατία, σχηματίστηκε γύρω από το κομμουνιστικό κόμμα». Όσον αφορά τις «φιλελεύθερες δημοκρατίες» της Δύσης θεωρούσε ότι το κριτήριο ταξικής διαφοροπόίησης είχε πάψει να είναι πλέον η κατοχή και ο έλεγχος των μέσων παραγωγής, αλλά η κατοχή και η ικανότητα άσκησης εξουσίας.

Σταδιακά και προς τα τελευταία χρόνια της έκδοσης του περιοδικού ο Καστοριάδης απομακρύνθηκε από την μαρξιστική φιλοσοφία και θεωρία της Ιστορίας όσο και από την μαρξιστική οικονομική ανάλυση, πράγμα εμφανές στο κείμενο του «Μαρξισμός και επαναστατική κοινωνία» το οποίο αργότερα συμπεριελήφθη στο "Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας".

1956 – Ουγγρική επανάσταση. Μέλος του τότε Ανατολικού μπλόγκ. Αντέδρασε στην κηδεμονία της Σοβιετικής Ενωσης. Αποτέλεσμα ήταν κανονικότατη εισβολή και οι δυνάμεις της αντίδρασης και οι πράκτορες του καπιταλισμού έγιναν σκόνη. Με συγκρούσεις και πολλά θύματα (οδομαχίες κλπ). Η Βουδαπέστη βάφτηκε στο αίμα. Η ισσοροπία της Ευρώπης περέμεινε στην διατεταγμένη της αρμονία. Οι δυνάμεις της δημοκρατίας, οι ΗΠΑ εξέφρασαν την εντονώτατη διαμαρτυρία τους, ως όφειλαν, απείλησαν κατά τα δέοντα και εν συνεχεία κάπου τους ξέφυγε, το ξέχασαν κλπ.

Κάποιες φωνές στα Κομμουνιστικά Κόμματα της Δυτικής Ευρώπης κάτι άρχισαν να ψιθυρίζουν. Για το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδος, ήταν κάτι σαν να μην έγινε. Κάτι σαν το «δεν πήγαν ποτε τα Σοβιετικά τάνκς στην Ουγγαρία» και όταν οι πληροφορίες, τα ντοκουμέντα, οι φωτογραφίες ζόριζαν τα πράγματα, επιστρετευόταν το σλόγκαν των καλών και των κακών τάνκς. Ο Καστοριάδης και η παρέα του, τότε, εκεί μόνοι μέσα στη μοναχικότητα της αριστεράς, την είπαν Ουγκρική Εξέγερση. Αλλά, ακόμα και πολλά χρόνια μετά οι διαφωνούντες της αριστερας (και εδώ στην Ελλάδα) δεν την είπαν εξέγερση. Επρεπε να την αμβλύνουν λίγο. Την είπαν «κίνημα», «διαμαρτυρία» κλπ. Και λογικό ήταν. Αν ονομάσεις κάτι «εξέγερση» κάπως πρέπει να ονομάσεις αυτόν που την καταστέλει. Και δεν είμαστε για πολλά ξεκόματα με τον ομφάλιο λώρο μας. Ισως το περιβάλλον να μας φαίνεται δύσκολο, ίσως και τα ζωτικά μας όργανα να μην είναι έτοιμα να μας αυτοσυντηρήσουν. Γενικά οι ομφάλιοι λώροι (όχι μόνο στην πολιτική, δύσκολα κόβονται).

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ οι θέσεις και οι απόψεις του Καστοριάδη γνώρισαν μεγάλη απήχηση στους επαναστατικούς κύκλους πολλών χωρών της εποχής, ο ίδιος δεν είχε την ανάλογη αναγνώριση, καθώς ήταν αναγκασμένος να υπογράφει τα κείμενα του χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα (Pierre Chaulieu, Paul Cardan, Marc Noiraud κ.α). Αυτό συνέβαινε διότι δεν είχε γαλλική υπηκοότητα ή διαβατήριο ακόμη, με συνέπεια να βρίσκεται συνεχώς υπό τον φόβο της απέλασης στην Ελλάδα. Στις σελίδες του περιοδικού πρωτοεμφανίστηκαν και μερικά από τα σημαντικότερα κείμενα της πρώτης περιόδου της σκέψης του, τα οποία αργότερα έμελλε να δημοσιευθούν μέσα από τις εκδόσεις βιβλίων του, όπως τα: «Η Γραφειοκρατική Κοινωνία», «Η Πείρα του Εργατικού Κινήματος» και του ίσως σημαντικότερου έργου του «Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας». Το 1967 η ομάδα του Socialisme ou Barbarie διαλύεται, ωστόσο όμως δύο χρόνια αργότερα, τα κείμενα και η σκέψη της ομάδας και κυρίως του Καστοριάδη αποτελούν βασική πηγή έμπνευσης των εξεγερμένων φοιτητών του Μάη του '68.

Δεν χρειάζονται να ειπωθούν πολλά για τον Μάη του 68. Αυτό που όμως που έχει σημασία για την πορεία του μύθου μου, είναι το γεγονός πως, αυτή η ομάδα της σκέψης, βρήκε ένα μέρος της δικαίωσής της. Σαφέστατα οι ιδέες και η σκέψη του Καστοριάδη, είχαν επηρεάσει τον Μάη. Ηταν και άλλοι. που τον επηρέασαν. Και ο Μάης δεν προκλήθηκε μόνο από ιδέες.

Σχεδόν ταυτόχρονα όμως, την ίδια εποχή, σε μίαν άλλη χώρα της «αντίπερα όχθης», στην Τσεσχολοβακία, έζησαν και τη δική τους άνοιξη, με τον αναμενόμενο βεβαίως, τέλος. Μέσα από διαδικασίες του ίδιου του Κομμουνιστικού Κόμματος, μία ομάδα διανοουμένων και καλλιτεχνών ξεκίνησαν διαδικασίες εκδημοκρατισμού, με παράλληλη απελυθέρωση της τέχνης, του πολιτισμού. Η Τσεχοσλοβακία, εκείνη την περίοδο γνώρισε, όχι μόνο πολιτική, αλλά και κοινωνική, και πολιτιστική «άνοιξη». Και πάλι τάνκς και πάλι συγκρούσεις και πάλι νεκροί και πάλι επαναφορά στην τάξη. Δεν ήταν της ίδιας βαρβαρότητας με την εισβολή στην Ουγγαρία, αλλά και πάλι υπήρξαν πολλοί νεκροί σε οδομαχίες και συγκρούσεις. Σε γενικές γραμμές προσπάθησαν να κάνουν την καταστολή όσο πιο ήπια γινόταν. Πάντως, όπως και στην περίπτωση της Ουγγαρίας, και εδώ είχαμε το στρογγύλεμα της μετονομασίας από «εισβολή με τάνκς και οδομαχίες» ...σε «επέμβαση». Αυτή η τρομερή δυνατότητα των λέξεων και των φράσεων να κατακρεουργούν τα γεγονότα είναι απίστευτη.

Το 1970 ο Καστοριάδης αποκτά την γαλλική υπηκοότητα και έτσι παύει πλέον ο συνεχής φόβος της απέλασης. Αυτή την περίοδο ο Καστοριάδης στρέφεται στην ψυχανάλυση, μάλιστα εργάζεται και ως ψυχαναλυτής ο ίδιος από το 1974, και γίνεται μέλος της επονομαζόμενης Τέταρτης Ομάδας, ενός κινήματος διαφωνούντων της σχολής του Λακάν (Lacan). Αυτή η στροφή προς την ψυχανάλυση χαρακτηρίζει πλέον τό σύνολο της σκέψης του, πράγμα το οποίο τον οδηγεί σε μια καινούργια φιλοσοφική κατανόηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του ανθρώπου, η οποία αποτυπώνεται στο κλασικό πλέον έργο του 'Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας'.

Κεντρική θέση στην σκέψη του αποκτά η έννοια του Φαντασιακού, το οποίο θεωρεί ως το θεμέλιο στοιχείο της ανθρώπινης δημιουργίας. Ο Καστοριάδης αντιλαμβάνεται την κοινωνική διαφοροποίηση ως μια διαδικασία συνεχούς δημιουργίας ex nihilo σημασιών, νοημάτων, εικόνων οι οποίες θεσμίζονται και δομούν την εικόνα του κόσμου και της κοινωνίας κάθε εποχής. Ο Καστοριάδης αρνείται την ύπαρξη οποιουδήποτε ντετερμινισμού όσον αφορά την κοινωνική αλλαγή, οποιασδήποτε προδιαγεγραμένης πορείας της κοινωνίας, καθώς αυτή είναι συνεχής δημιουργία που γεννιέται και νοηματοδοτείται μέσω του «Κοινωνικού Φαντασιακού».

Σύμφωνα με τον Καστοριάδη, αν και όλες οι κοινωνίες δημιουργούν οι ίδιες της φαντασιακές σημασίες τους (δηλαδή τους θεσμούς, τους κανόνες, τις πεποιθήσεις, τις αντιλήψεις κ.λπ.) δεν έχουν όλες συνείδηση του γεγονότος αυτού. Πολλές κοινωνίες συγκαλύπτουν τον κοινωνικό χαρακτήρα της θέσμισης των φαντασιακών σημασιών τους, αποδίδοντας την θέσμιση και την θεμελίωση τους σε εξω-κοινωνικούς παράγοντες (π.χ. το Θεό, την παράδοση, το νόμο, την ιστορία). Με βάση αυτή την συνείδηση της αυτοθέσμισης των φαντασιακών σημασιών από κάθε κοινωνία, ο Καστοριάδης διέκρινε μεταξύ των αυτόνομων κοινωνιών, αυτών δηλαδή που είχαν συνείδηση της αυτοθέσμισης αυτής, και των ετερόνομων κοινωνιών, στις οποίες η θέσμιση αποδιδόταν σε κάποια εξωκοινωνική αυθεντία.

Ο Καστοριάδης είχε απομακρυνθεί πλέον οριστικά και αμετάκλητα από τον Μαρξισμό, τις εκδοχές του, τις διαστρεβλώσεις του. Δεν ήταν γι αυτόν θέμα απλής κακής ερμηνείας από κάποιους κακούς και ιστορικά αναγκασμένους, σε μία θεωρία που από μόνη της είχε δώσει όλες τις λύσεις. Δεν έχουν σημασία οι επιμέρους, αλλά οδηγήθηκε σε μια συνολική αμφισβήτηση.

Ξέφυγε επίσης οριστικά από την οικονομία και επιστράτευσε όλες τις δραστηριότητες της ανθρώπινης έκφρασης για να ερμηνεύσει τον κόσμο. Ψυχολογία, ιστορία, τέχνη, πολιτισμός, θετικές επιστήμες. Γι αυτό και στο έργο του, σε κάθε του δημοσίευση, σε κάθε του βιβλίο – από τα λίγα που έχω διαβάσει – δεν υπάρχει περίπτωση να μη ξεφύγει. Να μη σε πάει και αλλού. Για να επιστρέψει στα αρχικά του ερωτήματα, λίγο πιο μπροστά όμως απ' ότι τα έθεσε και να καταλήξει σε απαντήσεις που όμως από μόνες τους αφήνουν και περιθώρια νέων αναζητήσεων και αμφισβητήσεων ακόμα και του εαυτού τους.

Το 1979 ο Καστοριάδης εξελέγη διευθυντής της Ecoles des Hautes Etudes en Sciences Sociales, όπου διοργάνωσε σεμινάριο με τίτλο "Θέσμιση της κοινωνίας και ιστορική δημιουργία". Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κορνήλιος Καστοριάδης επισκέφθηκε αρκετές φορές της Ελλάδα, δίνοντας σειρά διαλέξεων, μεταξύ άλλων στη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο, τον Βόλο το Ρέθυμνο κ.α. Το 1989Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης απεβίωσε σε ηλικία 75 ετών, στις 26 Δεκεμβρίου του 1997.

Βιβλιογραφία


Τα περισσότερα έργα του Καστοριάδη έχουν μεταφραστεί στα ελληνικα. Μερικά από αυτά είναι τα εξής:


Το Επαναστατικό Πρόβλημα Σήμερα

Η Πείρα του Εργατικού Κινήματος

Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας

Από της Οικολογία στην Αυτονομία

Τα Σταυροδρόμια του Λαβύρινθου

Η Άνοδος της Ασημαντότητας

Ο Θρυμματισμένος Κόσμος

Χώροι του Ανθρώπου

Ανθρωπολογία, Πολιτική, Φιλοσοφία

Η «Ορθολογικότητα» του Καπιταλισμού


Το διαδίκτυο βλάπτει σοβαρά όταν δεν σκέφτεσαι .

talos43

#13




Άλμπερτ Αϊνστάιν

Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν (Albert Einstein, τονισμός στα Γερμανικά: Άλμπερτ Άινσταϊν), που από πολλούς θεωρείται ως ο μεγαλύτερος φυσικός του 20ου αιώνα, γεννήθηκε στην Ουλμ (Ulm) της Γερμανίας στις 14 Μαρτίου του 1879 και πέθανε στις 18 Απριλίου του 1955 στο Πρίνστον (Princeton) του Νιού Τζέρσεϋ (New Jersey) των ΗΠΑ σε ηλικία 75 ετών. Είναι ο θεμελιωτής της Θεωρίας της Σχετικότητας.

To 1905 δημοσίευσε τέσσερα άρθρα στο επιστημονικό περιοδικό Χρονικά της Φυσικής (Annalen der Physik) (τόμος 17). Στο πρώτο από αυτά έδωσε την εξήγηση του φωτοηλεκτρικού φαινομένου, για την οποία του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ το 1921. Στηρίχθηκε στην υπόθεση της κβάντωσης η οποία είχε εισαχθεί μερικά χρόνια νωρίτερα από τον Πλανκ (Planck) για ερμηνεία της ακτινοβολίας του μέλανος σώματος. Οι δύο αυτές εργασίες των Πλανκ και Άινσταϊν αποτέλεσαν την αρχή της κβαντικής μηχανικής. Αργότερα ο Άινσταϊν εναντιώθηκε στην θεωρία των κβάντα, γιατί δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο Θεός παίζει ζάρια.

Στο τρίτο από τα άρθρα που δημασίευσε το 1905 ο Άινσταϊν διατύπωσε την ειδική θεωρία της σχετικότητας και στο τέταρτο έδειξε ότι από αυτήν συνάγεται ο διάσημος τύπος E = mc2 (γενική θεωρία της σχετικότητας) που δηλώνει τη δυνατότητα και την ισοδυναμία αλληλομετατροπής ενέργειας και μάζας, ορίζοντας έτσι, ως εννιαίο χώρο την υλοενέργεια. Τον Νοέμβριο του 1915, ο Αϊνστάιν παρουσίασε τη γενική θεωρία της σχετικότητας σε μία σειρά διαλέξεων ενώπιον της Πρωσσικής Ακαδημίας Επιστημών. Το 1919 κατά τη διάρκεια μίας ηλιακής έκλειψης ο Σερ Άρθουρ Έντινγκτον (Eddington) παρακολούθησε το φως αστέρων καθώς αυτοί περνούσαν κοντά από τον ήλιο. Οι μετρήσεις του συμφωνούσαν με τη θεωρία της σχετικότητας και το γεγονός αυτό έκανε τον Άινσταϊν διάσημο.

Το 1952 του προτάθηκε η προεδρία του νεοσύστατου κράτους του Ισραήλ, την οποία αρνήθηκε.
μόλις έκανα ρεκτιφιέ......δεν σπάω....δεν χαλάω..... τρίζω μόνο λίγο.....λάδι ρεεεεεεε.....

frankly my dear i dont give a damn.....

loukritia!

#14



Ο Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911 - 18 Μαρτίου 1996), φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλλη του Παναγιώτη, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του '30. Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, γνωστός για τα ποιητικά του έργα Άξιον Εστί, Ήλιος ο πρώτος, Προσανατολισμοί κ.α. Διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα και θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της ελληνικής ποίησης. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλάμβανε ακόμα μεταφράσεις ποιητικών και θεατρικών έργων. Υπήρξε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κριτικής, Αντιπρόσωπος στις Rencontres Internationales της Γενεύης και Incontro Romano della Cultura της Ρώμης.
Νεανικά χρόνια
Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ήταν το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλλη και της Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του καταγόταν από τον συνοικισμό Καλαμιάρης της Παναγιούδας Λέσβου και είχε εγκατασταθεί στην πόλη του Ηρακλείου από το 1895, όταν σε συνεργασία με τον αδελφό του ίδρυσε ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας. Το παλαιότερο όνομα της οικογένειας Αλεπουδέλλη ήταν Λεμονός, το οποίο αργότερα μετασχηματίστηκε σε Αλεπός. Η μητέρα του καταγόταν από τον Παππάδο της Λέσβου.
Το 1914, ο πατέρας του μετέφερε τα εργοστάσιά του στον Πειραιά και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. O Οδυσσέας Ελύτης εγγράφτηκε το 1917 στο ιδιωτικό σχολείο Δ.Ν. Μακρή, όπου φοίτησε για επτά χρόνια, έχοντας μεταξύ άλλων δασκάλους τους ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο και ο Ι.Θ. Κακριδή. Τα πρώτα καλοκαίρια της ζωής του πέρασαν στην Κρήτη, στη Λέσβο και στις Σπέτσες. Το Νοέμβριο του 1920, μετά την πτώση του Βενιζέλου, η οικογένειά του αντιμετώπισε διώξεις, με αποκορύφωμα τη σύλληψη του πατέρα του, εξαιτίας της προσήλωσής της στις βενιζελικές ιδέες. Ο ίδιος ο Βενιζέλος είχε στενές σχέσεις με την οικογένεια και είχε φιλοξενηθεί συχνά στην οικία της στο κτήμα του Ακλειδιού. Το 1923 ταξίδεψε οικογενειακώς στην Ευρώπη, επισκεπτόμενος την Ιταλία, την Ελβετία, τη Γερμανία και τη Γιουγκοσλαβία. Στη Λωζάνη ο ποιητής είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Το φθινόπωρο του 1924 εγγράφτηκε στο Γ' Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών και συνεργάστηκε στο περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων, χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα. Όπως ο ίδιος ομολογεί (πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία δίνει ο Ελύτης στο βιβλίο του Ανοιχτά Χαρτιά) πρωτογνώρισε τη νεοελληνική λογοτεχνία, αυτός ο θρεμμένος με παγκόσμια έργα του πνεύματος, που ξόδευε όλα του τα χρήματα αγοράζοντας βιβλία και περιοδικά. Εκτός από την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, ασχολήθηκε ενεργά με ορειβατικές εκδρομές στα βουνά της Αττικής και αντιδρώντας στη διάθεσή του για διάβασμα στράφηκε στον αθλητισμό. Ακόμη και τα βιβλία που αγόραζε, έπρεπε να έχουν σχέση με την ελληνική φύση: Καμπούρογλου, Κ.Πασαγιάννης, Στ. Γρανίτσας, κι ένας τρίτομος «Οδηγός της Ελλάδος». Την Άνοιξη του 1927 μία υπερκόπωση και μία αδενοπάθεια τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τις φίλαθλες τάσεις του καθηλώνοντας τον στο κρεβάτι για περίπου τρεις μήνες. Ακολούθησαν ελαφρά συμπτώματα νευρασθένειας και περίπου την ίδια περίοδο στράφηκε οριστικά προς τη λογοτεχνία, γεγονός που συνέπεσε με την εμφάνιση αρκετών νέων λογοτεχνικών περιοδικών όπως η Νέα Εστία και τα Ελληνικά Γράμματα.
Το καλοκαίρι του 1928 πήρε το απολυτήριο του γυμνασίου με βαθμό 73/11. Μετά από πιέσεις των γονέων του, αποφάσισε να σπουδάσει χημικός, ξεκινώντας ειδικά φροντιστήρια για τις εισαγωγικές εξετάσεις του επόμενου έτους. Την ίδια περίοδο ήρθε σε επαφή με το έργο του Καβάφη και του Κάλβου ανανεώνοντας τη γνωριμία του με τη θελκτική αρχαία λυρική ποίηση. Παράλληλα ανακάλυψε το έργο του Πωλ Ελυάρ και των Γάλλων υπερρεαλιστών, που επέδρασαν σημαντικά στις ιδέες του για τη λογοτεχνία, σύμφωνα με τον ίδιο: «...μ' ανάγκασαν να προσέξω κι αδίστακτα να παραδεχτώ τις δυνατότητες που παρουσίαζε, στην ουσία της ελεύθερης ενάσκησής της, η λυρική ποίηση».
Λογοτεχνία
Κάτω από την επίδραση της λογοτεχνικής του στροφής, παραιτήθηκε από την πρόθεση να ασχοληθεί με τη χημεία και το 1930 εγγράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Όταν το 1933 ιδρύθηκε η Ιδεοκρατική Φιλοσοφική Ομάδα στο πανεπιστήμιο, με τη συμμετοχή των Κ. Τσάτσου, Π.Κανελλόπουλου, του Ι. Θεοδωρακόπουλου και του Ι.Συκουτρή, ο Ελύτης ήταν ένας από τους εκπροσώπους των φοιτητών, συμμετέχοντας στα "Συμπόσια του Σαββάτου" που διοργανώνονταν. Την ίδια εποχή μελέτησε τη σύγχρονη ελληνική ποίηση του Καίσαρος Εμμανουήλ (τον Παράφωνο αυλό), την συλλογή Στου γλιτωμού το χάζι του Θεοδώρου Ντόρου, τη Στροφή (1931) του Γιώργου Σεφέρη και τα Ποιήματα (1933) του Νικήτα Ράντου. Με ενθουσιασμό, συνέχισε παράλληλα τις περιπλανήσεις του στην Ελλάδα, τις οποίες περιγράφει ο ίδιος: "Πιονιέροι αληθινοί, μέρες και μέρες προχωρούσαμε νηστικοί και αξύριστοι, πιασμένοι από το αμάξωμα μιας ετοιμοθάνατης Σεβρολέτ, ανεβοκατεβαίνοντας αμμολόφους, διασχίζοντας λιμνοθάλασσες, μέσα σε σύννεφα σκόνης ή κάτω από ανελέητες νεροποντές, καβαλικεύαμε ολοένα όλα τα εμπόδια και τρώγαμε τα χιλιόμετρα με μιαν αχορταγιά που μονάχα τα είκοσί μας χρόνια και η αγάπη μας γι αυτή τη μικρή γη που ανακαλύπταμε, μπορούσαν να δικαιολογήσουν".
Την ίδια περίοδο συνδέθηκε στενότερα με τον Γιώργο Σαραντάρη (1908-1941), ο οποίος τον ενθάρρυνε στις ποιητικές του προσπάθειες, όταν ακόμα ο Ελύτης ταλαντευόταν σχετικά με το αν έπρεπε να δημοσιεύσει τα έργα του, ενώ τον έφερε σε επαφή και με τον κύκλο των Νέων Γραμμάτων (1935-1940, 1944). Το περιοδικό αυτό, με διευθυντή τον Αντρέα Καραντώνη και συνεργάτες παλιούς και νεότερους αξιόλογους Έλληνες λογοτέχνες (Γιώργος Σεφέρης, Γεώργιος Θεοτοκάς, Άγγελος Τερζάκης, Κοσμάς Πολίτης, Άγγελος Σικελιανός κ.ά.), έφερε στην Ελλάδα τις σύγχρονες δυτικές καλλιτεχνικές τάσεις και γνώρισε στο αναγνωστικό κοινό κυρίως τους νεότερους ποιητές, με τη μετάφραση αντιπροσωπευτικών έργων τους ή με άρθρα κατατοπιστικά για την ποίησή τους. Έγινε το πνευματικό όργανο της γενιάς του '30 που φιλοξένησε στις στήλες του όλα τα νεoτεριστικά στοιχεία, κρίνοντας ευνοϊκά και προβάλλοντας τις δημιουργίες των νέων Ελλήνων ποιητών.
"Δεν θέλω την ταυτότητα που λέει
επώνυμο,ηλικία,ηθοποιός
το πρόβλημα που ίσως να με καίει
κανένας δεν το βλέπει δυστυχώς.μια αλήθεια δίχως φόβο,αλλά με πάθος
εδώ θέλω να μπω,μπροστά στο φώς
καλυτερα περήφανος και λάθος,παρά ταπεινωμένος και σωστός..."

Στούντιο 12

Your Angel

GreeceVIP Escorts

Brilsou 36

KONLEOS 92A

Diamon Spa

Bourbaxi19

Κροκεών 6 Ισόγειο

ioanninon 5

Lelas karagiani 35

Body & Touch

BODY MASSAGE

Sygroy 108

TATOIOU 71

Dreams

Athens Call Girls

Greekgirls-escorts.com

Sweet Escape

Marnis 28

Rose Massage

Kassandras 4B isogeio

KONLEOS 166A

Anna Bergas 6

Fokeas 27B

Πατησίων 131

Φυλής 71Β

XANIA Eros

Studio 3 XANIA

Studio 11

Studio VIP HRAKLEIO

ΕΡΩΣ2 ΜΑΛΙΑ ΚΡΗΤΗ

Luna Rodos

Amazones

Maria IND

IOANNA IND

Aimilia Barak

Anna Maria

Stefania

MEDUSA

FRANTZI 2